24 Νοε 2009

Οι της Ελληνικής παιδείας μετέχοντες (ή περί μετανάστευσης, Μέρος 1ο - Ιορδάνης Καραγιαννίδης- Λός Άντζελες)

Αν και ανέκαθεν θεωρούσα το μεταναστευτικό ως ένα από τα φλέγοντα ζητήματα της Ελληνικής πολιτείας, το κυρίως έναυσμα για την συγγραφή αυτού του άρθρου μού δόθηκε μετά τις πρόσφατες δηλώσεις διαφόρων υπουργών αλλά και του ιδίου του πρωθυπουργού, κατά την διάρκεια του 3ου Παγκόσμιου φόρουμ για την μετανάστευση (αλλά και νωρίτερα, ακομα και από την προηγούμενη κυβέρνηση), περί χορηγήσεως, πρώτον, δικαιώματος ψήφου στους μετανάστες και δεύτερον, της ιθαγένειας σε παιδιά μεταναστών που έχουν γεννηθεί στήν Ελλάδα. Αρχίζοντας, θα ήθελα, σε μία προσπάθεια ίσως να προϊδεάσω για την ανεπάρκειά μου να καλύψω δεόντος το θέμα, να τονίσω ότι οι απόψεις που παραθέτω είναι προϊόν ενός συνδυασμού προσωπικών βιωμάτων σε μία χώρα (ΗΠΑ) με μεγάλη πολιτιστική ετερογένεια, στοιχειώδους ενασχόλησης με την αρθρογραφία στον Ελληνικό και διεθνή τύπο, και τέλος της όποιας φιλοσοφικής τάσης που συνειδητά αλλά και ασυναίσθητα απέκτησα απο την τριβή μου με την Ελληνική αλλά παγκόσμια γραμματεία. Επιπροσθέτως οι γνώμες που μπορεί να παρατεθούν ως απόρροια της προσέγγισης μου δεν αποτελούν επιστημονική ανάλυση αλλά πιθανώς τις σκέψεις/απορίες ενός απλού πολίτη. Τρία είναι λοιπόν κατά την ταπεινή μου άποψη τα θεμελιώδη ερωτήματα που πρέπει να απαντηθούν (και εδώ οι πολιτικά ορθές απόψεις ή ταμπού δεν έχουν καμία θέση) πρίν κάν λάβω θέση για το τι πιστεύω για της επιπτώσεις της μετανάστευσης και την σοβαρότητα των μελλοντικών μέτρων που ανέφερα προηγουμένως. Πρώτον, κατά πόσο γίνεται να ενσωματωθούν οι μετανάστες, ειδικά με τους σημερινούς ρυθμούς προσέλευσής τους, στην Ελληνική οικονομική πραγματικότητα; Σύμφωνα με τις πιό «αισιόδοξες» εκτιμήσεις ο αριθμός των μεταναστών στην χώρα μας ανέρχεται στο 1,5 εκατομμύριο (περίπου 12.5% του συνόλου). Σύμφωνα δε με τα πιό απαισιόδοξα σενάρια μπορει ο αριθμός αυτός να αγγίζει και τα 2,3 εκατομμύρια (περίπου 20% του συνόλου), τοποθετώντας έτσι τη χώρα μας στις κορυφαίες (αν όχι με διαφορά στην κορυφαία) θέσεις στην Ευρώπη ποσοστιαία. Εδώ, και σύμφωνα με την Ελληνική παράδοση, δεν υπάρχει καμία εμπεριστατωμένη έρευνα απο την Ελληνική πολιτεία για το ποιό είναι επιτέλους αυτό το όριο αριθμού μεταναστών το οποίο μπορεί να σηκώσει η χώρα οικονομικά. Εκτός και εάν υπάρχει και τα οποιαδήποτε αποτελέσματα δεν συνάδουν με τους κανόνες πολιτικής ορθότητας (οπότε είτε αποκρύπτονται, ή δημοσιοποιούνται μεταξύ συνδαιτημόνων). Και όλα αύτα όταν το μόνο σίγουρο είναι ότι οι αριθμοί αυτοί έχουν προ πολλού ξεπεραστεί. Ακόμα και ελλείψει επιστημονικού επιπέδου κοινωνικοοικονομικών αναλύσεων επί του συγκεκριμένου θέματος, είναι εξόφθαλμο το συμπέρασμα ότι αυτά τα ποσοστά είναι τεράστια ειδικά εάν τα συγκρίνουμε με τα αντίστοιχα της Ολλανδίας (περίπου 10% του συνόλου) η οποία είναι παραδοσιακά χώρα υποδοχής μεταναστών (έχοντας φτάσει σε αυτά τα νούμερα σε σαφώς μεγαλύτερο βάθος χρόνου απο ότι η Ελλάδα) και φημίζεται για την επιτυχία ενσωμάτωσής τους (σε αυτό το ανέκδοτο θα επανέλθω)..........

22 Νοε 2009

Η αξιοπιστία...(Tου Νικου Κωνστανταρα - Καθημερινή, 22/12/2009)

Ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τραπέζης, Ζαν-Κλοντ Τρισέ, δηλώνει ότι η Ελλάδα κινδυνεύει να χάσει την αξιοπιστία της και ζητεί «ένα σοβαρό σχέδιο ανάταξης» της οικονομίας μας. Την ίδια ώρα, ο πρωθυπουργός επαναλαμβάνει ότι προτεραιότητά του είναι να τηρηθούν οι προεκλογικές υποσχέσεις του ΠΑΣΟΚ. Οι δεσμεύσεις για τη διοχέτευση μερικών δισ. ευρώ με στόχο την ανάπτυξη και τη βοήθεια σε ανθρώπους με χαμηλά εισοδήματα, κινούνται σε αντίθετη κατεύθυνση απ’ αυτήν που αναμένει η Ευρωπαϊκή Ενωση. Ετσι εγείρεται θέμα αξιοπιστίας: αν η κυβέρνηση τηρήσει τις υποσχέσεις στους ψηφοφόρους, θα φανεί αξιόπιστη προς αυτούς, αλλά αν με αυτόν τον τρόπο δεν μπορέσει να μειώσει το δημόσιο έλλειμμα και το χρέος, τότε η χώρα θα αποδειχθεί αναξιόπιστη προς τους Ευρωπαίους εταίρους της. Πώς μπορεί μια αφηρημένη έννοια, όπως η «αξιοπιστία» να παρουσιάζεται ως ένα απόλυτο, πλατωνικό ιδεώδες, αλλά να σημαίνει διαφορετικά πράγματα σε διαφορετικές περιστάσεις;

Στην πολιτική, η αξιοπιστία –όπως η αλήθεια– είναι σχετική, μια ρευστή έννοια. Καμιά φορά πρέπει να φανούμε αναξιόπιστοι κάπου, για να ανακτήσουμε αξιοπιστία αλλού. Για παράδειγμα, αν το ΠΑΣΟΚ έβγαινε σήμερα και έλεγε ότι όταν μοίραζε προεκλογικές υποσχέσεις δεν γνώριζε πόσο δύσκολη ήταν η πραγματική δημοσιονομική κατάσταση –λόγω της αναξιοπιστίας της προηγούμενης κυβέρνησης– δεν θα έπρεπε να φοβάται το πολιτικό κόστος της αθέτησης των υποσχέσεων του. Η Νέα Δημοκρατία, η οποία συνεχώς αναθεωρούσε το έλλειμμα και το χρέος, δεν θα μπορούσε να καταγγείλει το ΠΑΣΟΚ για αναξιοπιστία, λόγω της δικής της αποτυχίας. Η εμμονή του ΠΑΣΟΚ, όμως, να τηρήσει αυτά που δεν μπορεί να τηρήσει, εκθέτουν και τους κυβερνώντες και την Ελλάδα ως ανίκανους στην αντιμετώπιση του οικονομικού προβλήματος.

Εδώ φαίνεται ότι ο Γιώργος Παπανδρέου έχει βγάλει εσφαλμένα συμπεράσματα από τη συμμετοχή του στις κυβερνήσεις του πατέρα του. Ο Ανδρέας Παπανδρέου έπαιζε με την αξιοπιστία όπως τον βόλευε («αναξιόπιστα», δηλαδή). Επειδή γνώριζε καλά τους οπαδούς του, ήξερε ότι στην πολιτική μπορείς να λες ένα και να κάνεις το άλλο. Εξελέγη το 1981 με τη δέσμευση να αποσύρει την Ελλάδα από την ΕΟΚ και το ΝΑΤΟ. Το 1985, επανεξελέγη πανηγυρικά, ενώ δεν είχε κάνει ούτε το ένα ούτε το άλλο. Αυτό που είχε πετύχει, όμως, ήταν να πείσει τους ψηφοφόρους του να πιστεύουν ότι θα βελτίωνε το επίπεδο ζωής τους, και ας μην τηρούσε όλες τις υποσχέσεις του. Μέσα από την ανακολουθία του τηρούσε μια μορφή αξιοπιστίας. Σήμερα που η χώρα απειλείται άμεσα με χρεοκοπία, πιστεύει κανείς ότι αυτά που προτείνει το ΠΑΣΟΚ θα βελτιώσουν τη ζωή μας;

Ο Κώστας Καραμανλής, επίσης, έπαιξε περίεργο παιχνίδι με την αξιοπιστία: ενώ μιλούσε με περισσή αυστηρότητα για τα επιτεύγματα της κυβέρνησής του στην οικονομία, και συνεχώς ανήγγελλε μεταρρυθμίσεις, η αντιμετώπιση των προβλημάτων ήταν τόσο άτολμη και αποτυχημένη ώστε να αποτελεί οικτρή αθέτηση των δικών του δεσμεύσεων. Οι τελευταίες, προεκλογικές υποσχέσεις για «σφιχτή» οικονομική πολιτική απλώς επιβεβαίωναν την προηγούμενη ανακολουθία κηρυγμάτων και πράξεων. Οι παλινωδίες της δικής του κυβέρνησης, εξάλλου, είναι που στοιχειώνουν τις σχέσεις μας με την Ευρώπη σήμερα. Επίσης, η κατάργηση αποφάσεων και συμφωνιών (όπως αυτές της απόσυρσης αυτοκινήτων και της παραχώρησης προβλήτας του Πειραιά στην Cosco) δεν εκθέτουν το ένα ή το άλλο κόμμα, αλλά το αναξιόπιστο ελληνικό κράτος.

Δυστυχώς, όμως, δεν είναι μόνον η Ελλάδα που υποφέρει από έλλειψη αξιοπιστίας. Τα θλιβερά παζάρια τα οποία οδήγησαν στην επιλογή δύο εντελώς άσημων πολιτικών να αναλάβουν την προεδρία και την εξωτερική πολιτική της μεγαλύτερης οικονομίας του κόσμου, δείχνει ότι οι 27 ηγέτες της Ε.Ε. δεν είναι έτοιμοι να υποταχθούν στις δομές της νέας ένωσης, στην ανάγκη να αποκτήσει την αναγκαία αξιοπιστία. Για να παραμείνουν κυρίαρχοι στη δική τους χώρα, υπονομεύουν την Ευρώπη και τη σχέση της χώρας τους με την Ε.Ε. Ο,τι κάνει η Ελλάδα στον τομέα της οικονομίας, δηλαδή. Και για μεν την Ελλάδα, το κόστος της αναξιοπιστίας είναι ακριβότερο χρήμα, η απειλή της χρεοκοπίας και η χλεύη των εταίρων. Για την Ευρώπη, όμως, αν οι νέοι ηγέτες δεν σταθούν στο ύψος των περιστάσεων, η πιο ελπιδοφόρα ένωση ελεύθερων λαών που υπήρξε ποτέ κινδυνεύει με απαξίωση και κατάρρευση.

1 Νοε 2009

Σταυροδρόμι θεμελίωσης αξιών και όχι επιλογής οικονομικών θεωριών (Κώστας Δροσάτος - Νέα Υόρκη)

Η Ελλάδα για πολλοστή φορά στη νεότερη και σύγχρονη ιστορία της βρίσκεται σε ένα "κρίσιμο σταυροδρόμι". Όπως κάθε φορά η οικονομική παράμετρος της δυσμενούς αυτής πραγματικότητας φαντάζει ως η πλέον δυσεπίλυτη και ταυτόχρονα η πλέον καθοριστική για την επιλογή της σωστής κατεύθυνσης. Η κοινωνία ως μη έχουσα εναλλακτική ισχυρή διέξοδο διαφυγής αντέδρασε προσφέροντας τη δυνατότητα χάραξης νέας εθνικής πορείας στην ισχυρότερη, ως προς την προοπτική άσκησης διακυβέρνησης, εναλλακτική δύναμη της χώρας. Ταυτόχρονα οδήγησε το κόμμα που ασκούσε, έως πριν λίγο καιρό, τη διακυβέρνηση σε αναγκαστική και υποχρεωτική αναζήτηση ιδεολογικού προσανατολισμού και στην αναθεώρηση της διοκητικής του δομής αλλά και του ηγέτη στο πρόσωπο του οποίου θα στοιχειοθετηθεί ο προσανατολισμός της δική του νέας πορείας.
Η νέα κυβέρνηση κλήθηκε, μέσα σε ένα γενικευμένο σκηνικό παγκόσμιας οικονομικής δυσλειτουργίας, να κάνει τον "τροχό" να κυλήσει και πάλι, επιλέγοντας εκτός από τη μέθοδο κινητοποίησής του και την αλλαγή της κατεύθυνσης της πορείας του.
Η πανάκεια ωστόσο δεν πρόκειται να επέλθει μέσω της αλλαγής της πορείας της οικονομίας αλλά μέσω της αλλαγής των δομών της κοινωνίας και κυρίως των τάσεων και προτεραιοτήτων της. Η αποτυχημένη διαχείριση επί των οικονομικών της απελθούσας κυβερνήσης δεν αποτελεί μόνο ένδειξη των λανθασμένων επιλογών και των ύποπτων διαχειριστικών πρακτικών μεμονωμένων μονάδων. Αποτελεί κυρίως απόδειξη της διαβρωμένης κοινωνικής συνοχής και της διεφθαρμένης ατομικής πρακτικής άμα τη εμφανίσει της ευκαιρίας είτε για πλουτισμό είτε για αναρρίχηση άνευ αξιακού αντικρύσματος.
Οι ευθύνες, αν και δεν στερούνται συνάφειας με τα ευρεία στρώματα της κοινωνίας, πηγάζουν κατά κύριο λόγο από τους νομοθετούντες και τους ελέγχοντες τη λειτουργία κάθε επιμέρους δραστηριότητας των διοικητικών, εκπαιδευτικών και κοινωνικών δομών. Η εκ βάθρων απαξίωση τόσο της έννοιας της προσπάθειας καθ' εαυτής όσο και του συνεχούς ελέγχου της προόδου της και κυρίως η απουσία της αξιωματικής σύνδεσής της με τη διαδικασία επιβράβευσης συνιστούν καταλυτικούς ανασταλτικούς παράγοντες για την επικράτηση της διαφάνειας και της άμιλλας. Η απουσία αυτών των στοιχείων είναι η κύρια αιτία όχι μόνο για την εμφάνιση αδιαφανών πρακτικών αλλά και για την επιδεικτική ανοχή και συγκάλυψη εκ μέρους των διοικητικών και ελεγκτικών μηχανισμών που οδήγησαν σε νοσηρή στασιμότητα.
Η νυν αλλά και οι επόμενες εν Ελλάδι κυβερνήσεις οφείλουν να αποκαταστήσουν τις θεμελιώδεις αυτές αξίες στις δομές της κοινωνίας. Αυτό μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο μέσω ρηξικέλευθων και ουσιαστικών και όχι απλά εντυπωσιακών παρεμβάσεων στη δομή και το περιεχόμενο όλων των βαθμίδων εκπαίδευσης. Η διάβρωση έχει εισχωρήσει σε επικίνδυνα μεγάλο κοινωνικό βάθος και μόνο η δημιουργία ανθρώπων με ριζικά διαφορετικό αξιακό σύστημα μπορεί να λειτουργήσει ευεργετικά. Κοινωνία που θα έχει ενστερνιστεί αξίες όπως η άμιλλα και η αριστεία θα είναι σε θέση να αναδείξει ηγέτες που θα τελέσουν χρηστή διαχείριση και θα συνεισφέρουν στην οικονομική ευμάρεια και την παγίωση ισχυρής κοινωνικής συνοχής. Σε αντίθετη περίπτωση, ακόμα και ενδεχόμενη επιτυχία στην οικονομική ανασυγκρότηση θα τελεί άνευ αντικρύσματος καθώς η κοινωνία θα μετατραπεί σε πολυπράγμουσα εθνική "εταιρεία" χωρίς συνοχή και κυρίως χωρίς εθνική ταυτότητα που θα εξασφαλίσει την πρόοδό της και της διαχρονική παρουσία της.