22 Απρ 2010

Η δίψα της κοινωνίας (Αλέξης Παπαχελάς - Καθημερινή, 21/4/2010)

Ενα μεγάλο κομμάτι του πολιτικού μας κόσμου, στην κυβέρνηση και την αντιπολίτευση, περιμένει με αγωνία να ανοίξει μια από τις επόμενες ημέρες ένα e-mail που θα γράφει: «Συγχαρητήρια, κερδίσατε ένα δωρεάν μηχανισμό διάσωσης, θα δανεισθείτε με 3,75% για τη δεκαετία, θα σας σβήσουμε και ένα κομμάτι του χρέους και μπορείτε να συνεχίσετε να κυβερνάτε τη χώρα όπως τα τελευταία χρόνια». Ακόμη και αν πάρουν ένα τέτοιο ή παρόμοιο e-mail ελπίζω να αντιληφθούν ότι πρόκειται για spam, δηλαδή για ένα ακόμη «σκουπίδι» γραμμένο από απατεώνες. Πολύ θα θέλαμε όλοι να είναι αληθινά τα e-mails για τον «πρώην υπουργό Οικονομικών της Γκάνας που έχει αφήσει 2 δισ. δολάρια για ξέπλυμα», αλλά πού τέτοια τύχη... Και οι πολιτικοί μας θα ήθελαν να βρεθεί η μαγική λύση για τα προβλήματά μας, αλλά δεν υπάρχει.

Ο κόσμος αρχίζει να το καταλαβαίνει αυτό, με μεγάλη καθυστέρηση είναι η αλήθεια. Και τώρα έχει θυμώσει πολύ με τους πολιτικούς. Προσωπικά μού έκανε τεράστια εντύπωση το μεγάλο ενδιαφέρον για το τι θα έλεγε και πώς θα κινηθεί στο μέλλον ο Ανδρέας Βγενόπουλος, με αφορμή την προχθεσινή του τηλεοπτική συνέντευξη. Δεν έχω ιδέα αν ο κ. Βγενόπουλος θα ήθελε να μπλέξει κάποτε στην πολιτική ή όχι και δεν είναι το πρόσωπο που ενδιαφέρει τόσο, όσο το φαινόμενο. Οταν συναντάς εντελώς άσχετους ανθρώπους που περιμένουν με αγωνία μια συνέντευξη και όταν ακόμη ακούς από τα πιο έμπειρα πολιτικά μυαλά της χώρας πως «τετέλεσται το πολιτικό σύστημα όπως το ξέραμε», τότε πρέπει να είσαι πολύ αφελής για να μην καταλάβεις ότι κάτι σοβαρό συμβαίνει. Ο κόσμος διψάει για δημόσια πρόσωπα που τα λένε «χύμα», που μοιάζουν έτοιμα να σπάσουν αυγά και έχουν μια πλατφόρμα πολιτικής κάθαρσης.

Οι κ. Παπανδρέου και Σαμαράς έχουν ο καθένας από μια τελευταία ευκαιρία να σώσουν την παρτίδα. Ο μεν κ. Παπανδρέου αν υπερβεί εαυτόν και ΠΑΣΟΚ και τα αλλάξει όλα, ο δε κ. Σαμαράς αν σταματήσει να μοιάζει με τον ηγέτη της περεστρόικα της Ν.Δ. περιβαλλόμενος από όλους τους Σουσλώφ του παρελθόντος. Και οι δύο πρέπει να καταλάβουν ότι έχουν πολύ λίγο χρόνο στη διάθεσή τους. Ο θυμός της μεσαίας τάξης είναι σήμερα βουβός, αλλά το φθινόπωρο θα γίνει οξύς και κανείς δεν ξέρει πώς θα εκδηλωθεί.

Κάποιοι έμπειροι πιστεύουν ότι τον επόμενο χειμώνα θα είναι λίγοι οι ενεργοί πολιτικοί που θα μπορούν να κυκλοφορούν στον δρόμο χωρίς τον κίνδυνο του προπηλακισμού.

Κανείς δεν ισχυρίζεται πως αυτά τα φαινόμενα είναι απαραίτητα υγιή και θα πρέπει να ξεχωρίσουμε το σιτάρι από την ήρα.

Υπάρχουν πολιτικοί που δουλεύουν σκληρά, δεν κλέβουν, είναι αποτελεσματικοί και νοιάζονται πραγματικά για τον τόπο. Δεν είναι πολλοί, αλλά υπάρχουν. Το ερώτημα είναι το αν αποτελούν κρίσιμη και ικανή μάζα που θα βγάλει πέρα το σισύφειο έργο των επόμενων τριών ετών ή αν θα τους πάρουν σβάρνα οι εξελίξεις.

Με άλλα λόγια, ο κ. Βγενόπουλος μπορεί να κάνει ή να μην κάνει για το αφόρητο καμίνι της ελληνικής πολιτικής ζωής, μπορεί να πείθει ή να ακούγεται μονοδιάστατος και απλοϊκός, αλλά αυτό που έχει σημασία είναι η δίψα της κοινωνίας για νέα πρόσωπα που είναι ή δείχνουν ότι είναι έτοιμα να τα βάλουν με το υπάρχον σύστημα και να εκφράσουν έναν μη ξύλινο κομματικό λόγο.

19 Απρ 2010

"Στοιχεία Ανάγκης για την Ανάσταση της Κοινωνικής Δικαιοσύνης" - Δρ. Μάριος Παναγιωτης Ευθυμιόπουλος (Λευκωσία, Κύπρος)

Δρ. Μάριος Παναγιώτης Ευθυμιόπουλος

Γενικός Διευθυντής Strategy International

Επισκέπτης Λέκτορας τμήματος Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών Πανεπιστήμιο Κύπρου


Για να αναλύσω τα στοιχεία ανάγκης για την Ανάσταση της κοινωνικής δικαιοσύνης, που αποτελεί και πολιτική και πολιτισμική δικαιοσύνη, κατονομάζω την Ελληνική κοινωνία ως "μια παράδοξη σκακιέρα και ελληνική":

Σκακιέρα διότι δεν μπορούμε να ταξινομήσουμε αν τελικά η προοπτική της οικονομικής αλλά και μέσου αυτού κοινωνικό-πολιτικής Ελλάδας, μπορεί να έχει μέλλον και αν έχει ποιο είναι αυτό.

Παράδοξη, διότι μέσα από τις πιο ακραίες αντιξοότητες έχουμε αποδείξει ως Έλληνες ότι μπορούμε να ανταπεξέλθουμε και πρέπει και θα ανταπεξέλθουμε.

Ελληνική, διότι όλα τα γεγονότα, τα σταθμά και οι αντισταθμιστικοί παράγοντες μπορούν να γίνουν μόνο στην Ελλάδα. Μόνο στην Ελλάδα μπορούμε ως παράδειγμα να έχουμε οικονομική κρίση και ταυτόχρονα να αναζητούμε πού θα κάνουμε διακοπές το καλοκαίρι.

Θα πρέπει εξίσου να σημειώσουμε πως δεν είναι πλήρως εφικτή, η πραγματική κατανόηση της κατάστασης στην χώρα τουλάχιστον στο κοινωνικό-πολιτικό καθώς και ερευνητικό επίπεδο. Οι λόγοι έγκεινται στο ότι δεν είναι δυνατόν να μελετήσουμε συνολικά την κοινωνική και πολιτική συνάμα αντίδραση, δηλαδή στα περί τα μισά του πληθυσμού της χώρας! Επίσης, αυό οφείλεται στο ότι η ελληνική κοινωνία αλλάζει με γοργούς ρυθμούς σε όλους τους τομείς της και δημογραφικά. Έτσι υπολογίζω περίπου την αντίδραση σε σχέση με το τι εισπράττω συνολικά από την ελληνική κοινωνία εντός της χώρας και εκτός, ως πολιτικό επιστήμονας, ως ερευνητής σε αυτά τα θέματα.

Υπολογίζαμε έως σήμερα σε στατιστικές της οικονομικής κατάστασης της Ελλάδας (δηλαδή στην παραγωγική στατιστική μελέτη ανάπτυξης της χώρας βασισμένη στους οικονομικούς παράγοντες παραγωγής, εισαγωγής, εξαγωγής προϊόντων καθώς και εργατικού δυναμικού), καθώς και μελέτες βάσει, των οποίων δημιουργήσαμε την μοντέρνα κοινωνικό-πολιτική βάση, στην μεταπολιτευτική Ελλάδα στην Ελλάδα της Ενωμένης Ευρώπης. Οι οποίες όμως αποδείχτηκαν ανεπαρκείς για την Ελλάδα!

Η οικονομική κρίση σήμερα θεωρούμε ότι είναι ένα πολιτικό προϊόν, κερδοσκοπικού περιεχομένου, με έντονο το κίνητρο για την ολική ανάγκη για αλλαγή. Για το λόγο αυτό και η συνεχής πολιτική αντιπαράθεση, η αναζήτηση συνολικής κοινωνικό-πολιτικής και οικονομικής πολιτικής πλεύσης αλλαγής, μέσω των προσφάτων, ακόμα, εκλογών, καθώς και η έντονη κοινωνική ανισότητα και κοινωνική ανισορροπία σε όλους τους παραγωγικούς και εκπαιδευτικούς, πολιτικούς και πολιτισμικούς τομείς, η οποία σημειωτέο ακόμα διαμορφώνεται! Η οικονομική κρίση είναι το βασικό κίνητρο για ολική κοινωνική και πολιτική αλλαγή.

Φανταστείτε συνεπώς πόσο δύσκολο αφενός είναι το έργο ενός συγγραφέα, ώστε να γίνει με τον πιο απλό τρόπο κατανοητή η περιγραφή της πολιτικής, κοινωνικής και οικονομικής, πραγματικότητας της Ελλάδας του 21ου αιώνα, καθώς επίσης και να γίνουν προτάσεις για πιο γρήγορη και ουσιώδη αλλαγή πλεύσης που να επιφέρει την ανάπτυξη και μια πραγματική ευημερία για τη χώρα.

Τα λόγια αυτά ίσως είναι αρχικά δυσνόητα και φαινομενικά σκληρά αλλά θεωρώ ότι είναι πραγματικά. Δεν είναι οπωσδήποτε καταστροφικά. Αποτελούν πολιτικά, αλλά όχι παραπολιτικά ή κομματικά ή ακόμη και αντιπολιτευτικά ή ξύλινα λόγια. Αποτελούν μια πολιτική πραγματικότητα, μια κοινωνική αλήθεια, μια πρώτη κοινωνική ματιά από τα μάτια ενός νέου επιστήμονα. Λόγια τα οποία θα πρέπει να ενισχυθούν με τις φωνές και άλλων ανθρώπων που πιστεύουν στην αρχική βάση κατανόησης και αναζητούν λύσεις για ένα μέλλον πραγματικό και ρεαλιστικό!

Πιστεύω την άποψη αυτή την συμμερίζονται και άλλοι νέοι, αλλά επίσης και πιο έμπειροι. Ίσως με διαφορετικά στοιχεία που άλλοτε να εμπλουτίζουν την εικόνα αυτή και άλλοτε να την διαφοροποιούν! Που ωστόσο κατανοούν πως η κεντρική ιδέα είναι εκεί.

Πρέπει λοιπόν να πούμε, όχι αυτό που νομίζουμε ότι κατανοούμε, που ίσως ορίζουμε ή μπορούμε να ορίσουμε, που να στοχοποιήσουμε ή να απορρίψουμε. Αλλά απλά να πούμε την αλήθεια. Να προτείνουμε λύσεις. Λύσεις που όσο ανατρεπτικές και να είναι να ανταποκριθούν στα κριτήρια ανάγκης ανάστασης της κοινωνικής δικαιοσύνης. Μέσα από αυτή να έρθει ποιοτικό και ποσοτικό μέλλον πολιτικό και προσωπικό.

Έχει έρθει η ώρα να αλλάξει η Ελλάδα. Ήρθε η ώρα να αποδεχτούμε την πραγματική κατάσταση στην Ελλάδα και από το σημείο αυτό και μετέπειτα να παραθέσουμε τα στοιχεία ανάγκης για κοινωνική, οικονομική και πολιτική ισότητα και ισονομία, καθώς και να κατανοήσουμε την κρίση αυτή ως ευκαιρία να μεγαλουργήσουμε και να γίνουμε επιτέλους καινοτόμοι, ως κοινωνία, ως κράτος, ως πολίτες σε όλους τους τομείς τόσο στο εσωτερικό της χώρας όσο και το εξωτερικό. Πρέπει να επενδύσουμε και να διορθώσουμε.

Η χρονική περίοδος που το Ελληνικό Κράτος διανύει, την θεωρώ ιστορικά σημαντική. Η περίοδος αυτή χαρακτηρίζεται κυρίως με αρνητικά στοιχεία. Το υφιστάμενό μας σύστημα κοινωνικό-πολιτικό και οικονομικό, τέθηκε τελικά υπό αμφισβήτηση. Κάτι το οποίο το θεωρώ αναμενόμενο.

Το μόνο στοιχείο της Κοινοβουλευτική μας Δημοκρατίας που δεν τέθηκε σε αμφισβήτηση είναι το θεσμικό μας σύστημα λήψης αποφάσεων. Και αυτό όχι διότι είναι το καλύτερο που υπάρχει, αλλά διότι χρειάζεται ένας μηχανισμός λήψης αποφάσεων για να φέρει εις πέρας τις νέες εξελικτικές (αν μπορούμε να τις ονομάσουμε έτσι) προοπτικές ανάπτυξης της χώρας. Μια ανάπτυξη που ωστόσο θα περάσει μέσα από δυσμενείς για την χώρα και την κοινωνία περιπτώσεις. Πρώιμο αποτέλεσμα η δυσμενής οικονομική κατάσταση της Ελλάδας και η πιθανότητα χρήσης του μηχανισμού του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.

Μια χώρα που ταλανίζεται με αλλεπάλληλες οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές αλλαγές στις οποίες ωστόσο, το υπάρχον κοινωνικό-πολιτικό και οικονομικό υπόστρωμα, σύστημα Ελληνικό, αντέχει.

Εναπόκειται σε όλους εμάς να μπορέσουμε να ανταπεξέλθουμε στην κρατική αλλά και στην καθημερινή μας προσωπική ανάγκη για παραγωγή και ευημερία. Σε μακροχρόνια περίοδο, εξίσου εναπόκειται στην συνολική προσπάθεια όλων μας, η ανάγκη για προστασία και ανέλιξη της χώρας μας στα επιθυμητά επίπεδα, που θα αποδώσουν μετέπειτα στον καθένα από εμάς, θετικά.

Θα πρέπει να σταματήσουμε να επιρρίπτουμε ευθύνες εφεξής. Είναι στη φύση του Έλληνα να επιρρίπτει ευθύνες όπως επίσης και να ανακαλύπτει ποιος είναι ο φταίχτης της κάθε υπόθεσης. Ωστόσο η ιδεολογία αυτή πρέπει να αλλάξει. Θα πρέπει να ενισχυθεί να αναδιαμορφωθεί. Να διορθωθεί σε κάποια σημεία της. Θα πρέπει οι φταίχτες να αναπληρώσουν με τρόπο πολλαπλά θετικό για το κράτος και για το πολίτη πρακτικά: Να αποζημιώσουν πρακτικά με τρόπο επενδυτικό προς το κράτος και τον πολίτη αντί μόνο να τιμωρούνται.

Θα πρέπει να ανασυγκροτήσουμε και να πρωτοστατήσουμε. Να πρωτοτυπήσουμε στην δημιουργία στοιχείων κοινωνικής και πολιτικής δικαιοσύνης. Τα στοιχεία αυτά πρέπει να έχουν θετικό αντίκτυπο στο λαό και την λαϊκή βούληση για αλλαγή. Ο πολίτης θα πρέπει να δημιουργήσει στοιχεία ορόσημα για πολιτική πνοή. Τα στοιχεία αυτά θα πρέπει να εντοπιστούν σε μηχανισμούς (υλικούς στόχους) και δυναμικό (ανθρώπινο). Ο πολίτης από την άλλη πρέπει να επιμορφωθεί να αναζητήσει λύσεις για την καλύτερη ποιοτικότερη ουσιαστικότερη, τεχνολογική και οικολογική επιθυμητή λύση. Πρέπει να κοιτάξει μπροστά πολλά χρόνια. Πρέπει να αναρωτηθούμε όλοι τι ρόλο θέλουμε να παίζουμε εμείς στην παγκόσμια σκακιέρα ως λαός, ως κράτος. Εξίσου τί ρόλο θα παίξουν τα παιδιά μας, η μετά από εμάς μοντέρνα Ελληνική κοινωνία σε παγκόσμια κλίμακα και όχι μόνο Ευρωπαϊκή.

Προσωπικά θα ήθελα να δω την Ελλάδα να βρίσκεται στο προσκήνιο των αποφάσεων. Με απόφαση ωστόσο όλων των πολιτών για κοινή προσπάθεια. Πρέπει συνεπώς να θέσουμε στόχους βραχυπρόθεσμούς και μακροπρόθεσμους. Πρέπει να ανακαλύψουμε ότι ακόμα και αυτά που θεωρούμε ότι δεν γίνονται στην Ελλάδα μπορούν να γίνουν και πρέπει να γίνουν στην Ελλάδα. Πρέπει να πρωτοτυπήσουμε και να πρωτοστατήσουμε.

Θεωρώ πως πρέπει να καθορίσουμε στοιχεία υψηλής πολιτικής τόσο εντός όσο και εκτός Ελλάδος. Η έως τώρα χαμηλή πολιτική δεν αρμόζει στον Έλληνα πολίτη που εξερευνά τον κόσμο, που μελετά, επενδύει, αναζητά κοινωνικές και πολιτικές πρωτότυπες τεχνολογικές, υλικοτεχνικές και οικολογικές λύσεις.

Πρέπει να εκμεταλλευτούμε όλους τους πόρους σε σεβαστή κλίμακα, που μας παρέχει η Ελληνική γη, καθώς και το ανθρώπινο μας δυναμικό σε όλους τους τομείς. Πάντα βασισμένοι στα νέα στοιχεία για κοινωνική και πολιτική δικαιοσύνη. Πρέπει ταυτοχρόνως, να είμαστε «συντονισμένοι στην κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα και ανάγκες τοπικές και εθνικές». Πρέπει να δημιουργηθεί δίκτυο κοινωνικών και πολιτικών εταίρων που να οργώσουν και να οργανώσουν μεγάλες πρωτότυπες πρωτοβουλίες ανακατασκευής και ανασυγκρότησης της χώρας σε όλους τους τομείς. Όλοι πρέπει να είναι χρήσιμοι ο καθένας από την δική του μεριά και από την δική του οπτική.

Τα στοιχεία κοινωνικής δικαιοσύνης μπορούν να αποδοθούν μόνο όταν υπάρχει το ανάλογο πλαίσιο υποδομών. Της βάσης για ανάπτυξη.

Θεσμικά πρέπει το κράτος να απελευθερώσει την αγορά με τέτοιο τρόπο ωστόσο που να εξυπηρετεί τον πολίτη στο επίπεδο της εκπαίδευσης,της υγειονομικής περίθαλψης και της δικαιοσύνης.

Πρέπει πρακτικά να δώσει την ευκαιρία στον καθένα μας να αναλάβει πρωτοβουλίες δημιουργίας νέων ιδεών, εταιριών ακόμα και πρακτικών αναλόγων που να αναβαθμίσουν την ποιότητα ζωής μας. Η γραφειοκρατία δεν θα πρέπει να τίθεται ως εμπόδιο υλοποίησης. Η φορολογία θα πρέπει να ανταπεξέλθει στην πραγματικότητα, η οποία είναι η ανάγκη για νέες θέσεις εργασίας που θα επιφέρουν την αναγκαία κρατική φορολογία. Μια φορολογία που να είναι απλή κατανοητή και συνάμα όχι δυσβάσταχτη. Να είναι έντονη μόνο όταν υπάρξει αρκετό κεφάλαιο το οποίο να έχει δημιουργηθεί ώστε να στηρίξει τον κρατικό προϋπολογισμό και να γίνεται κατανοητό από τους πολίτες του κράτους. Πολίτες ωστόσο οι οποίοι να μπορούν να απολαύσουν τις πολιτισμικές και πολιτιστικές πραγματικότητες της Ελληνικής κοινωνίας.

Το δημόσιο τομέα θα πρέπει να τον ενισχύσουμε. Πρέπει να τον κατανοήσουμε ως κρατική περιουσία που να προσφέρει πραγματικά και ρεαλιστικά υψηλής ποιότηας παροχές, τουλάχιστον ιδίας μορφής με τον ιδιωτικό. Ο ιδιωτικός τομέας θα πρέπει να είναι το μοντέλο ανταγωνισμού αλλά και σε άλλες περιπτώσεις, συναγωνισμού. Μια ανοιχτή αγορά θα πρέπει να έχει μοντέλα εξυπηρέτησης και υλοποίησης.

Η κοινωνική δικαιοσύνη θα πρέπει να λάβει υπόψη της ότι απαιτείται από το δημόσιο τομέα να έχει έσοδα και ταυτόχρονα να επενδύει: σε ανθρώπινο δυναμικό και υλικό δυναμικό. Να πρωτοστατήσει. Πρέπει συνεπώς, να δημιουργήσει και νέα γραφεία παροχής εξυπηρέτησης, έρευνας, μελέτης και υλοποίησης νέων κοινωνικών, πολιτισμικών, πολιτικών και επιστημονικών ιδεών.

Πρέπει να κερδίσουμε την χαμένη μας παροχή φιλοξενίας και φιλοτιμίας μας σε όλους τους τομείς. Πρέπει να αναδείξουμε συλλογικά την παροχή υψηλών προδιαγραφών, παροχής τουριστικής και πολιτισμικής και αθλητικής κοινωνικής δικαιοσύνης. Άρα πρέπει συνεχώς να επενδύουμε και να αναζητούμε τον κατάλληλο τρόπο λειτουργίας που να είναι μόνο πρωτότυπος.

Στον τομέα της εκπαίδευσης θα πρέπει να κατανοήσουμε ότι κάποια πράγματα πρέπει να αλλάξουν. Το μελλοντικό εργατικό και παραγωγικό δυναμικό μας έχει το δικαίωμα να υλοποιήσει τα όνειρά του. Πρέπει ωστόσο να ενημερωθεί πως όλα τα επίπεδα εργασίας είναι χρήσιμα. Όλοι οι τομείς έχουν πλαίσια κοινωνικής έρευνας και μελέτης. Στους τομείς των βαρέων και ανθυγιεινών θα πρέπει να εισχωρήσει η τεχνολογία ώστε να μετεξελιχθούν σε τομείς καινοτομίας και έρευνας με λιγότερο προσωπικό το οποίο όμως να είναι επιστημονικά καταρτισμένο για να υλοποιεί καινούργιες μεθόδους. Ο πολίτης πρέπει να προστατεύεται και αυτοί που βρίσκονται στον τομέα αυτό θα πρέπει να μορφωθούν και να επιμορφωθούν εκ’ νέου ώστε να απορροφηθούν από αλλού. Ταυτόχρονα θα πρέπει να λάβουν μέτρα κοινωνικής προστασίας τους ώστε να γίνουν ανταγωνιστικοί σε όποια ηλικία και να βρίσκονται.

Στον τομέα της οικολογίας και της τεχνολογίας θα πρέπει να πάρουμε βασικές πρωτοβουλίες που πολλοί δεν θέλουμε να ακούσουμε. Πρέπει κυριολεκτικά να ξαναχτίσουμε την χώρα. Οικολογικά. Να την καθαρίσουμε. Ο φυσικός πλούτος της Ελλάδας είναι μεγάλος και πρέπει να είναι το δυνατότερο σεβαστός.

Να την εντάξουμε στις πλέον τεχνολογικά άρτια εξοπλισμένες χώρες. Δεν μπορεί στις σκανδιναβικές χώρες να έχουν βάλει ως παράδειγμα οπτικές ίνες στα σπίτια τους με ταχύτητες που δεν τις σκεφτόμαστε ακόμα στην Ελλάδα. Όπου ακόμα στη χώρα να συζητάμε το ποσό της επένδυσης σε ένα τέτοιο τομέα ως πολιτική κόμματος. Δεν μπορούμε να συμβάλλουμε στη συζήτηση για την ενέργεια χωρίς να διαμορφώσουμε στρατηγικά δόγματα δημιουργίας νέων παροχών ενέργειας. Δεν μπορεί να επενδύονται μαζικά κονδύλια στην πολιτική του διαστήματος από άλλες χώρες, διότι το μέλλον των πόρων ίσως να βρίσκεται εκεί και στην Ελλάδα η όποια συζήτηση να θεωρείται εκτός πραγματικότητας ή να γινόμαστε αποδέκτες απόψεων ότι αποφασιστεί μέσω διεθνών οργανισμών.

Η εξωτερική μας πολιτική θα πρέπει να στηριχθεί σε όλα τα παραπάνω αναφερθέντα γεγονότα αλλά θα πρέπει να οριστικοποιήσει την εθνική της στρατηγική η οποία πρέπει να είναι ρεαλιστική, πραγματιστική καθόλου ουτοπική, μεγαλοπρεπής, συνεχιζόμενη και ανανεώσιμη προς το καλύτερο. Πρέπει να ανακηρυχθεί η Ελληνική εξωτερική πολιτική ως Πρεσβευτική της μεγάλης πολιτικής ιδέας δημιουργίας φάρου Ελληνικού πολιτικού πολιτισμού, οικονομικού παραδείσου, ανέλιξης της κοινωνικής ιδέας, της τεχνολογικής και οικολογικής καινοτομίας, της πρωτοτυπίας, της προστασίας και πρόνοιας του πολίτη, όπου ο τελευταίος αποτελεί μονάδα ίση ισόνομη και κυριοτέρως μοναδική, άρα και πλήρως προστατευόμενη από το κράτος. Ο πολίτης να αντιλαμβάνεται ως μόνιμη μονάδα επένδυσης. Στο πλαίσια προστασίας και ανέλιξης του πολίτη να γίνονται όλες οι πρωτοτυπίες για ευημερία, μακροζωία και κοινωνική πνοή.

Η αμυντική μας πολιτική και βιομηχανία πρέπει να επαναπροσδιορίσει το στρατηγικό της κλάδο. Πρέπει να προσδιορίσει τις μελλοντικές βλέψεις μόνο και εφόσον προσδιορίσει τον στρατηγικό της ρόλο εντός της χώρας. Η πολιτική της Ελλάδος ακόμα και στο τομέα αυτό πρέπει να είναι εξωγενής και πρέπει να αναλαμβάνει πρωτοβουλίες. Όποιες και να είναι αυτές πρέπει να είναι αρκετά ώριμες και να διαφημίζονται αναλόγως.

Τελικά περί τα θέματα του δημογραφικού και του μεταναστευτικού θα πρέπει να ειπωθούν τα εξής. Η Ελλάδα όπως και η Ευρώπη αποτελούν γηραιές χώρες. Που σημαίνει ο πληθυσμός μας δεν αυξάνεται αλλά συρρικνώνεται. Οι λόγοι είναι βεβαίως πολλοί. Αλλά ωστόσο με τα παραπάνω αναφερθέντα και αν όλα αυτά γίνουν πραγματικότητα και με μια παραπάνω και ουσιαστική πρωτοτυπία πλήρους φορο-ελάφρυνσης της οικογένειας, απόκτησης δικαιωμάτων εκτός των υφισταμένων, μπορούμε 1. Να ενισχύσουμε την Ελληνική πολυμελή οικογένεια 2. Να αυξήσουμε το εργαζόμενο δυναμικό 3. Να ενισχύσουμε τον ρόλο μας στην Εξωτερική και Αμυντική Πολιτική, 4. Να αναζητήσουμε περισσότερες μεθόδους και λύσεις προαγωγής και προάσπισης των ιδεών των νέων.

Αναφορικά τέλος με το μεταναστευτικό, το μόνο που θα μπορούσαμε να πούμε είναι ότι φυσικά το αποτέλεσμα της μετανάστευσης προς την Ελλάδα αποτελεί το δικαίωμα των μεταναστών να έρθουν στην Ελλάδα να δουλέψουν. Πρέπει συνεπώς αυτό να γίνει αποδεκτό από εμάς ως πολίτες της χώρας που δημιούργησε την Δημοκρατία. Πρέπει όμως να γίνει σαφές εξίσου, ότι η χώρα αυτή έχει νόμους που πρέπει όλοι να τηρούν. Πρέπει όλοι να καταγράφονται ως πολίτες της χώρας εφόσον προσφέρουν. Ωστόσο να τηρούν τους νόμους και τα έθιμα της χώρας, να τιμούν τον πολιτισμό και την κοινωνική προσφορά καθώς και αλληλεγγύη που τους προσφέρεται. Το κράτος οφείλει να προσφέρει στους μετανάστες το δικαίωμα στην ζωή, τη μόρφωση και την εργασία καθώς και την ένταξη τους στην ελληνική κοινωνία. Δεν αποτελεί λύση η προσωρινή περίθαλψη.
Μετά την περίθαλψη πρέπει να μάθουν την γλώσσα, τα ήθη, τα έθιμα να πολιτογραφηθούν άμεσα και να προσδιοριστούν τρόποι απορρόφησής τους στα παραγωγικά στρώματα της κοινωνίας. Θα πρέπει να φορολογηθούν κοινωνικά ορθά εφόσον πρώτα ορθοποδήσουν. Δίνοντας τους έτσι χώρο και χρόνο περί τα τρία χρόνια μετά την ένταξή τους στην Ελληνική παραγωγική κοινωνία. Εξίσου ο Έλληνας πολίτης θα πρέπει να βοηθήσει να προσλάβει και ξένους όταν ο ίδιος θα αποδίδει σε φιλότιμη προσπάθεια εφόσον το κράτος τον απαλλάξει από φόρους και υγειονομικής περίθαλψης για τρία χρόνια μέχρι την ένταξή του. Μετέπειτα ο πλέον εργαζόμενος θα πρέπει να πληρώνει φόρους και την ιδία του υγειονομική του περίθαλψη. Έτσι ο εργοδότης δεν θα ζημιώνεται και ο εργαζόμενος θα αποτελεί επένδυση σταθερής αξίας για μια παραγωγική μονάδα στην Ελλάδα.

Συνοψίζοντας, το άρθρο αυτό δεν είναι παρά μια προσπάθεια επαναπροσέγγισης και προσδιορισμού μερικών και μόνο στοιχείων περί της ανάγκης για κοινωνική και πολιτική δικαιοσύνη. Μια δικαιοσύνη που δεν έχει μόνο θεσμικό ρόλο αλλά έχει και πολιτικό. Ένα ρόλο που οφείλουμε όλοι να αναλάβουμε. Όπως και προανέφερα στο άρθρο πρέπει η οικονομική κρίση που αποτελεί κρίση σε όλα τα επίπεδα εκτός των θεσμών της Δημοκρατίας να αποτελέσει ευκαιρία για συνοπτικές και νέες διαδικασίες για επένδυση σε όλους τους τομείς. Η Ελλάδα θα πρέπει να βγει κερδισμένη. Ο τρόπος για να επιτευχθεί αυτό είναι να κατανοήσουμε ότι σε όλους τους τομείς πρέπει να γίνει η υπέρβαση.

Η Ελληνική κοινωνία οφείλει να εκμοντερνιστεί πραγματικά και να οριοθετήσει τους νέους ρόλους της. Για να είμαστε δυνατοί ως Έλληνες πολίτες πρέπει να βοηθήσουμε το κράτος μας να ορθοποδήσει και να αναπτυχθεί μέσω πρωτότυπων διαδικασιών και ιδεών. Θα πρέπει να κοιτάξουμε μπροστά. Να γίνουμε διαμορφωτές της Ευρωπαϊκής Πολιτικής και να προσδιορίσουμε καινούργιο ρόλο πρωτοβουλιών πλέον και σε παγκόσμια κλίμακα. Η χαμηλή πολιτική που είχε η Ελλάδα μέχρι την παρούσα χρονική περίοδο ήταν αρκετά καλή ώστε να προσδιοριστεί το μέλλον της Ελλάδας στην Ευρώπη. Τώρα ήρθε ο καιρός η Ελλάδα να ανταπεξέλθει στις ανάγκες και προκλήσεις της παγκόσμιας πολιτικής ατζέντας. Η Ελλάδα ως κράτος το οφείλει στους πολίτες της.

Αυτοκριτική για να γίνει πρέπει να υπάρχει συγκριτική πολιτική τότε και τώρα, ως θεωρία. Από την μεταπολιτευτική Ελλάδα μέχρι τώρα διαμορφώνουμε ένα «μονοπάτι» χαμηλής πολιτικής. «Πρέπει τώρα το μονοπάτι να γίνει δρόμος». Ο δρόμος πρωτοβουλιών, δρόμος δικαιοσύνης, δρόμος πρόνοιας, δρόμος πορείας προς το μέλλον. Το ουσιαστικό, το ρεαλιστικό, το πραγματιστικό. Αυτή θα πρέπει να είναι η Ελλάδα της κοινωνικής δικαιοσύνης. Αυτή είναι η Ανάσταση της δικαιοσύνης του κράτους, της πολιτικής, των κομμάτων, του πολίτη.

12 Απρ 2010

Ο «καλύτερος» δεν επαρκεί (Tου Χρηστου Γιανναρα, Καθημερινή - 11 Απριλίου 2010)

Μετά τον «μετασχηματισμό» κοινωνίας και κράτους από τον Ανδρέα Παπανδρέου, ακόμη και ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης φάνταζε στους συνετούς (τους περιφερόμενους) ψηφοφόρους «καλύτερος». Σε πολύ σύντομο διάστημα αποδείχθηκε ανίκανος για τις ριζικές τομές που απαιτούσε η ανάκαμψη από την κρατική και κοινωνική αποδιάρθρωση.

Επανήλθε στην εξουσία, σκιά πλέον, ο Ηρόστρατος. Ο Κωνσταντίνος Σημίτης που τον διαδέχθηκε, έπεισε, στην πρώτη τετραετία, ότι ήταν «καλύτερος». Αλλά μόνο για «βελτιώσεις» τής προς τα έξω εικόνας του τόπου. Αγνόησε και αυτός την αποδιοργάνωση της λειτουργίας του κράτους και τον θεσμοποιημένο από τον Παπανδρέου αμοραλισμό – δεν τόλμησε τομές. Η ατολμία του τιμωρήθηκε εντυπωσιακά: η ασύδοτη φαυλότητα κατέκλυσε, στη δεύτερη τετραετία του, ακόμα και τα υπόγεια του Μαξίμου.

Για τη δική του διαδοχή δεν λειτούργησε η λογική του «καλύτερου»: τον ανερμήνευτα ευνοημένον με το δαχτυλίδι της πρόκρισης ο λαός τον αποκαλούσε, καθόλου τυχαία, «Γιωργάκη». Δεν φάνταζε ποτέ ικανότερος ούτε από τον άτολμο Σημίτη ούτε από τον σαρωτικής ευφυΐας Βενιζέλο ούτε από τον στέρεα οργανωτικό Σκανδαλίδη. Η μεταστροφή των ηγετικών προτιμήσεων κοινής γνώμης και κομματικών στελεχών (η μέσα σε σαράντα οχτώ ώρες ανακάλυψη ότι ο Βενιζέλος «βιάζεται» και αυθαδέστατα ορέγεται την εξουσία) παραμένει αίνιγμα. Αν δεν είναι πρωτοφανής στα χρονικά έκπληξη, είναι από τα πιο δυσδιάγνωστα επιτεύγματα άγνωστων παραγόντων.

Με τη λογική του «καλύτερου» διαδέχθηκε στην αξιωματική αντιπολίτευση τον Μητσοτάκη ο Μιλτιάδης Εβερτ. Ηταν πραγματικά ο μόνος που μιλούσε για ανάγκη εκθεμελιωτικών αλλαγών του παπανδρεϊκού μοντέλου, για «ειρηνική επανάσταση» – ο μόνος κομματικός αρχηγός που διέγνωσε ευθαρσώς ότι και το κόμμα του είναι «σάπιο». Ομως, δεν τόλμησε ούτε επαναστατικές τομές να επαγγελθεί προγραμματικά ούτε να αποκόψει κομματικά στελέχη σαπρά. Βούλιαξε κατησχυμένος στην ατολμία του και παρέδωσε την αρχηγία στον Καραμανλή τον νεώτερο.

Ο νεώτερος Καραμανλής ικανοποιούσε προφανέστατα τη λογική του «καλύτερου», σε σύγκριση και με τον προκάτοχό του Εβερτ και με τον αντίπαλό του «Γιωργάκη». Κρίθηκε από τον λαό «καλύτερος» και από τον Κ. Σημίτη. Ηταν ευφραδής, αν και το ανέκφραστο του προσώπου του πρόδιδε περισσότερο επαγγελματία «παίκτη», παρά κοινωνικό οραματιστή. Πάντως, η εντύπωση του «καλύτερου» άντεξε πέντε ολόκληρα χρόνια, ενάντια σε κάθε λογική, ώσπου η χώρα κυριολεκτικά κατέρρευσε και ο ίδιος ετράπη σε επονείδιστη φυγή.

Με τον Κ. Καραμανλή τον καθ’ όλα «βραχύ» αποδείχτηκε, με συνέπειες ανήκεστης για τη χώρα καταστροφής, ότι η λογική του «καλύτερου» απλώς ηγέτη (λογική των «βελτιώσεων» και εξωραϊστικών ψιμυθιώσεων του «κοινωνικού μετασχηματισμού» και του εκφαυλισμού του κράτους από τον παπανδρεϊσμό) δεν άφηνε ελπίδα ανάκαμψης. Αν δεν ξεθεμελιωθούν, μεθοδικά και με συνέπεια, τα θεσμοποιημένα εγκλήματα του παπανδρεϊκού αμοραλισμού, ο τόπος θα βυθίζεται, με εφιαλτική πια επιτάχυνση, στην οικονομική χρεοκοπία και στο κοινωνικό χάος.

Χρόνια τώρα οι κυριακάτικες εδώ επιφυλλίδες κατηγορούνται για αρνητισμό, απαισιοδοξία, κριτικές υπερβολές. Επειδή πάντοτε μετρούσαν την πολιτική ατολμία των ηγητόρων με μέτρο τις ριζοσπαστικές αλλαγές που απαιτούσε η αναχαίτιση των συνεπειών της παπανδρεϊκής λοιμικής. Τελικά τα γεγονότα δικαίωσαν, με τρόπο εφιαλτικό, την κριτική οξύτητα της γραφής. Θα ήταν ασύγκριτα προτιμότερη η μη δικαίωση – η διαδρομή μέσα στον χρόνο τής εδώ επιφυλλιδογραφίας αποκτά «νόημα» μόνο αν σώζει κάτι από το πείσμα παλαιών (πάντοτε περιθωριακών) χρονογράφων, που ξεκαθάριζαν κυρίως κριτήρια οξυδέρκειας και λιγότερο αποτιμήσεις γεγονότων και προσώπων.

Μητσοτάκης, Σημίτης, Εβερτ, Καραμανλής ο βραχύς κρίθηκαν («εν τοις πράγμασιν») από την ατολμία τους, όχι από τις προθέσεις τους ή τις «βελτιωτικές» καταστάσεων πρωτοβουλίες τους – οι επιφυλλίδες απλώς κατέγραφαν τα κριτήρια εντοπισμού της αυτοκτονικής αυτής ατολμίας. Παντοδύναμοι μέσα στο σύστημα της πρωθυπουργοκεντρικής απολυταρχίας που δημιούργησε η ηδονοθηρία του Ανδρέα Παπανδρέου δεν τόλμησαν τα αυτονόητα του κοινού συμφέροντος: Να ξαναστήσουν κράτος, να αποκαταστήσουν λειτουργία θεσμών δημοκρατίας. Τους ενδιέφερε η επανεκλογή τους, τίποτε άλλο, ούτε καν η υστεροφημία τους. Και πίστεψαν ότι ο λαϊκισμός, συνταγή επιτυχίας του Ανδρέα, ήταν πανάκεια.

Δεν τόλμησαν να αρθρώσουν συντεταγμένη και παραγωγική έργου κρατική λειτουργία, αυστηρή, ακομμάτιστη ιεραρχία διαβάθμισης ευθυνών. Να θεμελιώσουν θεσμούς αξιοκρατίας, κριτικό και πειθαρχικό έλεγχο της δημοσιοϋπαλληλίας, καταξίωση της ποιότητας και της δημιουργικότητας, απολύσεις των κηφήνων, των ανίκανων, των χρηματιζόμενων εκβιαστών.

Δεν τόλμησαν να πειθαρχήσουν τον Συνδικαλισμό στις επιταγές του Συντάγματος, στα στοιχειώδη του «κοινωνικού συμβολαίου», των όρων της δημοκρατίας. Ανέχθηκαν τις γκανγκστερικές εκβιαστικές πρακτικές του, τον κατέστησαν ύψιστη εξουσία με αυθαίρετη αντικοινωνική συμπεριφορά στρατού κατοχής.

Δεν τόλμησαν να αντιμετωπίσουν το ειδεχθέστερο έγκλημα του παπανδρεϊσμού: την καταστροφή (ο όρος κυριολεκτεί) του σχολειού και του πανεπιστημίου. Συμβιβάστηκαν με τον ωμό φασισμό του «ασύλου» και την ασέλγεια του «μαθητικού κινήματος», την ψυχανωμαλία των βανδαλισμών και των «καταλήψεων». Παγίωσαν τον πιο ζοφερό σκοταδισμό αγραμματοσύνης, αγλωσσίας και ακρισίας, θεσμοποίησαν την παραπαιδεία.

Αναξιοκρατία στη διοίκηση, ασύδοτη αυθαιρεσία των συνδικαλιστών, ακρισία και αμορφωσιά στην παιδεία ήταν οι σίγουρες προδιαγραφές για την οικονομική χρεοκοπία της χώρας, τον βυθισμό σε ανίατη ύφεση, σε δραματική μείωση της παραγωγικότητας. Υπονόμευσαν την κοινωνική συνοχή, ακύρωσαν κάθε ποιότητα ζωής, εξουδετέρωσαν την άμυνα της χώρας και την άσκηση αποτελεσματικής διπλωματίας.

Εχουμε φτάσει, κυριολεκτικά, στα έσχατα της παρακμής μας. Και το ηγετικό δυναμικό που διαθέτουμε για να μας οδηγήσει στην ανάκαμψη, μοιάζει απελπιστικά ολίγιστο. Καραμανλής ο βραχύς κατόρθωσε να αποδείξει «καλύτερόν» του τον Γιωργάκη που τον ειρωνευόταν στη Βουλή για την ολιγότητά του. Και ο Αντώνης Σαμαράς δείχνει να πιστεύει ότι είναι απλώς «καλύτερος» και από τους δυο.

Αλλά η λογική του «καλύτερου» ξέρουμε πια ότι έχει αποδειχθεί ανεπαρκέστατη, αναπαράγει την ατολμία. Η κραυγαλέα ανάγκη μας είναι για τον τολμηρό, όχι για τον απλώς «καλύτερον».