26 Οκτ 2010

Αλλαγές στα ΑΕΙ (Από την Καθημερινή - 26 Οκτωβρίου 2010)

Οι προτεινόμενες από το υπουργείο αλλαγές στα ΑΕΙ

Δεκοκτώ κύριες αλλαγές στη λειτουργία των πανεπιστημίων και ΤΕΙ (ΑΕΙ) προτείνει το υπ. Παιδείας. Ειδικότερα:

1. Συστήνεται Συμβούλιο Διοίκησης ΑΕΙ. Οι αρμοδιότητές του θα είναι, μεταξύ άλλων, η στρατηγική ανάπτυξης του ιδρύματος, η έγκριση του προϋπολογισμού, της προγραμματικής συμφωνίας με την πολιτεία και του απολογισμού, η αξιοποίηση της περιουσίας του ΑΕΙ, η τήρηση του Εσωτερικού Κανονισμού Λειτουργίας. Το Συμβούλιο αποτελείται από άμεσα εκλεγμένα μέλη της κοινότητας του ΑΕΙ, εκπροσώπους των φοιτητών και του μη ακαδημαϊκού προσωπικού του ΑΕΙ και από εξωτερικά μέλη. Τα εξωτερικά μέλη είναι σημαντικές προσωπικότητες που έχουν διακριθεί σε τομείς της επιστήμης, των Γραμμάτων, των Τεχνών και της ευρύτερης κοινωνίας. Η σύνθεση του Συμβουλίου, τα χαρακτηριστικά των μελών του και ο τρόπος συγκρότησής του θα αποφασισθούν στο πλαίσιο του διαλόγου.

2. Ο πρύτανης (και αντίστοιχα ο πρόεδρος του ΤΕΙ) επιλέγεται από το Συμβούλιο Διοίκησης έπειτα από διεθνή πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος και τη γνώμη του ακαδημαϊκού προσωπικού του ΑΕΙ. Μπορεί να είναι καθηγητής πανεπιστημίου της Ελλάδας ή του εξωτερικού.

3. Για την τήρηση της ακαδημαϊκής δεοντολογίας και των κανόνων νομιμότητας, προτείνεται είτε η θεσμοθέτηση του Ακαδημαϊκού Συνηγόρου είτε η συγκρότηση ανεξάρτητου Εθνικού Συμβουλίου Ακαδημαϊκής και Ερευνητικής Δεοντολογίας.

4. Καταργείται η βαθμίδα του λέκτορα στα πανεπιστήμια. Καταργείται ο θεσμός του διδάσκοντος με βάση το Π.Δ .407 (συμβασιούχοι) και αντικαθίσταται από τη θέση του λέκτορα, που δεν αποτελεί εξελίξιμη βαθμίδα. Στα ΤΕΙ, οι βαθμίδες παραμένουν ως έχουν. Η μονιμότητα στα ΑΕΙ διασφαλίζεται στη βαθμίδα του Αναπληρωτή Καθηγητή.

5. Στα εκλεκτορικά σώματα συμμετέχουν πανεπιστημιακοί από ξένα ΑΕΙ.

6. Οι μόνιμοι καθηγητές υπόκεινται σε περιοδική διαδικασία αξιολόγησης ως προς το ερευνητικό τους έργο από επιτροπές διεθνούς σύνθεσης. Θεσμοθετείται η δυνατότητα στα ΑΕΙ να εκλεγούν καθηγητές, οι οποίοι ήδη υπηρετούν σε ΑΕΙ του εξωτερικού.

7. Η πλήρης διαχείριση των οικονομικών, συμπεριλαμβανομένης της μισθοδοσίας, περιέρχεται στα ΑΕΙ. Το κατώτατο ύψος των μισθών θα ορίζεται από την πολιτεία, ενώ τα ΑΕΙ μπορούν να διαμορφώνουν συμπληρωματική πολιτική, για προσέλκυση επιστημόνων υψηλού κύρους ή για την παροχή κινήτρων στο προσωπικό τους. Για την ενθάρρυνση δωρεών προς τα ΑΕΙ προτείνεται η φοροαπαλλαγή.

8. Τα ΑΕΙ χρηματοδοτούνται από την πολιτεία, επί τη βάσει –αμοιβαία δεσμευτικών– προγραμματικών συμφωνιών. Ενα μέρος της δημόσιας χρηματοδότησης κατανέμεται στα ΑΕΙ βάσει των δεικτών ποιότητας (αριθμός αποφοίτων/εισερχόμενοι φοιτητές, αριθμός αλλοδαπών φοιτητών, αριθμός ξένων φοιτητών που προσελκύονται στο ΑΕΙ, υποτροφίες και βραβεία).

9. Συστήνεται ειδική υπηρεσία για τη διαχείριση της δημόσιας χρηματοδότησης, την κοστολόγηση των υπηρεσιών κ.λπ.

10. Εκδίδεται ηλεκτρονική κάρτα φοιτητή που θα εξασφαλίζει την πρόσβαση σε όλες τις παρεχόμενες από τα ΑΕΙ υπηρεσίες. Καθιερώνεται νέο σύστημα φοιτητικών υποτροφιών και δανείων, σε συνεννόηση με τον τραπεζικό τομέα.

11. Συστήνονται Περιφερειακά Συμβούλια με συντονιστικό ρόλο στη στρατηγική ανάπτυξης των ΑΕΙ σε περιφερειακό επίπεδο.

12. Προτείνονται συνενώσεις εκπαιδευτικών και ερευνητικών ιδρυμάτων.

13. Οι νέοι φοιτητές εισάγονται σε Σχολή ή στο ΑΕΙ (πανεπιστήμιο ή ΤΕΙ). Οι φοιτητές εντάσσονται στα επιμέρους προγράμματα σπουδών της Σχολής, μετά το τέλος του πρώτου έτους, ανάλογα με τις επιδόσεις και τις προτιμήσεις τους. Το ΑΕΙ θα ορίσει τις διαδικασίες για την ένταξη των φοιτητών σε προγράμματα σπουδών και την αλλαγή προγράμματος σπουδών μετά το πρώτο ακαδημαϊκό έτος.

14. Σε κάθε πανεπιστήμιο θεσμοθετούνται Σχολές Μεταπτυχιακών Σπουδών.

15. Εφαρμόζεται πλήρως το Ευρωπαϊκό Σύστημα Πιστωτικών Μονάδων.

16. Θεσμοθετούνται και ενισχύονται Κέντρα Αριστείας.

17.Τα ΑΕΙ προσφέρουν προγράμματα Διά Βίου Μάθησης.

18. Για πρώτη φορά δίνεται η δυνατότητα στα ΑΕΙ να ιδρύσουν παραρτήματα σε άλλες χώρες. Θεσμοθετείται η δυνατότητα χορηγίας Εδρών.

19 Οκτ 2010

Οκτώ μύθοι για την κρίση, του Π. Μανδραβέλη

Το στοίχημα για την Ελλάδα είναι να μην πάει η κρίση χαμένη, να αρχίσει να κινείται σε άλλη τροχιά πιο παραγωγική.


Συγχωρέστε με αν η εισήγησή μου σήμερα περιλαμβάνει πολλούς αριθμούς. Δεν είναι ότι καλύτερο Σάββατο πρωί μια ομιλία με αριθμούς, αλλά πραγματικά έχω μπουχτίσει από την ποίηση στον δημόσιο διάλογο. έχω μπουχτίσει από τα συνθήματα που θεωρούνται επιχειρήματα. Καλή είναι η ποίηση, αλλά στον διάλογο χρειαζόμαστε και κάποιους αριθμούς για να καταλάβουμε που βρισκόμαστε σήμερα, ώστε να δούμε που θα πάμε. Καλοί είναι και οι μύθοι, διακρινόμαστε ως λαός στην παραγωγή τους, αλλά δεν βοηθούν στην παραγωγή άλλων πραγμάτων που σήμερα χρειαζόμαστε περισσότερο. Γι αυτο κι εγώ θα μιλήσω για οκτώ από τους πολλούς μύθους που γέννησε η κρίση.

Μύθος Νο 1: Η Ελλάδα χρεοκόπησε. Λάθος· δεν χρεοκόπησε η Ελλάδα, αλλά το ελληνικό κράτος. Αν δούμε τους σχετικούς λογαριασμούς της Τράπεζας της Ελλάδος θα διαπιστώσουμε ότι οι Έλληνες πολίτες έχουν καταθέσεις και ρέπος μόνο στις ελληνικές τράπεζες 285 δισ. ευρώ. Όσο περίπου είναι και το δημόσιο χρέος για το οποίο γίνεται τόσο συζήτηση.

Υπάρχει όμως ένα ακόμη στοιχείο το οποίο δεν λαμβάνουμε υπόψη. Μπορεί να έχουμε το υψηλότερο αναλογικά δημόσιο χρέος στην Ευρώπη, αλλά το ιδιωτικό μαζί με το δημόσιο χρέος είναι πολύ πιο χαμηλό από πολλές χώρες της Ευρώπης. Η Ελλάδα έχει συνολικό χρέος 184% του Ακαθάριστου Εθνικού της Προϊόντος, η Ιρλανδία έχει 1.200%, η Ολλανδία, 380%, η Βρετανία ξεπερνά το 370% ακόμη και η ζηλευτή Γερμανία χρωστά συνολικά το 189% του ΑΕΠ της.

Αυτό αποδεικνύει κάτι που ξέραμε: έχουμε ένα φτωχό κράτος με πλούσιους πολίτες, αλλά αναδεικνύει και την ανάγκη να κάνουμε κάτι. Η χρεοκοπία του κράτους μαθηματικά θα οδηγούσε σε χρεοκοπία της χώρας σε κάθε τομέα.

Μύθος Νο 2: Η κρίση είναι οικονομική. Λάθος. Μπορεί να προσέχουμε περισσότερο την οικονομία επειδή οι περικοπές τσούζουν ένα μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού, αλλά αυτό είναι μόνο μέρος της ευρύτερης κρίσης που πλήττει τον τόπο. Έχουμε κρίση εμπιστοσύνης στους θεσμούς. Από τους 46 θεσμούς που μετρά η Public Issue, για μόνο δώδεκα οι θετικές γνώμες υπερτερούν των αρνητικών. Πρώτη η πυροσβεστική και δεύτερη η Μετεωρολογική υπηρεσία. Αυτό το έλλειμμα εμπιστοσύνης δεν εμφανίζεται τώρα που έχουμε τα συμπτώματα της οικονομικής κρίσης, αλλά από το 2007 που δημιουργήθηκαν αυτοί οι δείκτες. Συνεπώς έχουμε και πολιτική κρίση, με την ευρύτερη έννοια της αντιπροσώπευσης. Δεν εμπιστευόμαστε αυτούς που εμείς εκλέγουμε. Όποια έρευνα κι αν κοιτάξουμε θα δούμε ότι τα κόμματα, η Βουλή και η κυβέρνηση βρίσκονται στους δείκτες εμπιστοσύνης.

Έχουμε κρίση στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης· φαίνεται από τις κυκλοφορίες των εφημερίδων. Έχουμε κρίση στην εκπαίδευση, το πιστοποιούν όλες οι διεθνείς έρευνες. Κρίση στην δικαιοσύνη· ο καθηγητής κ. Σταύρος Τσακυράκης έγραφε πρόσφατα: «Οι εκκρεμείς υποθέσεις στο Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών ξεπερνούν τις 149.000, στο Διοικητικό Εφετείο Αθηνών τις 11.000 και στο Συμβούλιο της Επικρατείας τις 31.000. Καθένα από τα παραπάνω δικαστήρια διεκπεραιώνει κατ΄ έτος λιγότερες υποθέσεις από αυτές που εισάγονται, με αποτέλεσμα κάθε χρόνο να αυξάνονται οι εκκρεμείς υποθέσεις και ο απαιτούμενος χρόνος εκδίκασης. Σήμερα μία διοικητική διαφορά χρειάζεται πάνω από 17 χρόνια για να εκδικασθεί από όλους τους βαθμούς δικαιοδοσίας. Του χρόνου θα χρειάζεται 20, σε πέντε χρόνια 30.» («Βήμα» 8.8.2010)

Αλλά ας πάμε λίγο παραπέρα. Όταν σε μια χώρα συγκεντρώνεται το 40% του πληθυσμού σε ένα λεκανοπέδιο κι εκεί παράγεται το 50% του ΑΕΠ, σημαίνει ότι έχεις μια βαριά ασθένεια που χρειάζεται ένα τυχαίο γεγονός για να για να γίνει η ασθένεια κρίση βαριάς μορφής. Σκεφθείτε -ω μη γένοιτο- μια μεγάλη καταστροφή στην Αθήνα. Χάνεται η Ελλάδα.

Άλλο στοιχείο της ασθένειας που αναγκαστικά γίνεται κρίση: Η προστιθέμενη αξία του δευτερογενούς τομέα (ορυχεία, μεταποίηση, βιομηχανίες, κατασκευές κ.λπ.) είναι σχεδόν ίση (18,7% του ΑΕΠ) με την προστιθέμενη αξία του Εμπορίου συν τις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές (17% του ΑΕΠ). Αυτό σημαίνει ότι κάποιοι λίγοι παράγουν και οι υπόλοιποι είμαστε, στο πάρε-δώσε· στην ανταλλαγή.

Μύθος Νο. 3: η κρίση είναι καπιταλιστική. Αυτό μπορεί να είναι αληθές για την διεθνή κρίση, όπου πραγματικά αν κοιτάξουμε πίσω από την πιστωτική κρίση και τα περίεργα χρηματοπιστωτικά προϊόντα, θα βρούμε την κλασική μαρξιστική κρίση υπερπαραγωγής, αλλά δεν ισχύει επ’ ουδενί για την Ελλάδα. Θα ήταν αστείο να μιλάμε για κρίση υπερπαραγωγής στην Ελλάδα (εδώ ψάχνουμε με το κιάλι να βρούμε την παραγωγή). Στην Ελλάδα έχουμε κρίση του μεγάλου κράτους δηλαδή κρίση σοσιαλιστική. Δεν μιλάμε μόνο για τις ΔΕΚΟ· 1,2 δισ. ετησίως είναι το έλλειμμα του ΟΣΕ.

Δυστυχώς αυτό το μεγάλο κράτος έχει μπολιάσει πολλούς τομείς της ιδιωτικής οικονομίας. Δια αφανών κι εμφανών επιδοτήσεων δημιουργήσει φούσκες παντού. Κλασικό παράδειγμα είναι η αγορά των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης. Έχουμε αναρωτηθεί πως σε μια χώρα σαν την Ελλάδα επιβιώνουν 26 εφημερίδες πανελλαδικής κυκλοφορίας, δέκα κανάλια πανελλαδικής εμβέλειας και ουκ έστι αριθμός ραδιοφώνων; Έχουμε αναρωτηθεί από ποια αγορά συντηρούνται πέντε ή επτά επαρχιακές εφημερίδες σε κάθε πόλη;

Το κυκλοφορικό σύστημα της οικονομίας ήταν απλό. Το κράτος ήταν η καρδιά. Δανειζόταν λεφτά, τα έριχνε στην αγορά (με μισθούς, επιδοτήσεις, φεστιβάλ, πανηγύρια, ενισχύσεις επενδύσεων, πανεπιστήμια στο πουθενά για την τόνωση των τοπικών αγορών κ.λπ.) κι αυτό το ονομάσαμε ανάπτυξη. Αυτό που ζούμε τώρα είναι μια καρδιακή προσβολή. Το κράτος δεν μπορεί να δανειστεί συνεπώς η καρδιά υπολειτουργεί και σχεδόν ολόκληρο το κυκλοφοριακό σύστημα έχει παγώσει.

Μύθος Νο 4: η λογική απάντηση στην ελληνική κρίση είναι κεϊνσιανή. Ανοησίες. Η κεϊνσιανή απάντηση απαιτεί ανενεργούς συντελεστές παραγωγής. Η κλασική κεϊνσιανή συμβουλή να ανοίγουμε αχρείαστες τρύπες για να διοχετευθεί εισόδημα στην αγορά και αυτό με τη σειρά του να τροφοδοτήσει τη ζήτηση και συνεπώς την παραγωγή, στην περίπτωσή μας δεν δουλεύει. Το πλεονάζον εισόδημα που θα διοχετευθεί θα πάει στους Ισπανούς για να αγοράσουμε ντομάτες, στους Χιλιανούς για μήλα, στους Τούρκους για φακές και στους Γερμανούς για αυτοκίνητα. Εμείς στο τέλος της ημέρας θα μείνουμε με τις τρύπες και με την απορία πώς από ρυθμό ανάπτυξης 4% βρεθήκαμε (μόλις κόπηκαν τα δανεικά) στο μείον 4%.

Το αστείο είναι ότι υπέρ της κεϊνσιανής πολιτικής τάσσονται και οι εργαζόμενοι και οι Έλληνες επιχειρηματίες. Αν δείτε τις ανακοινώσεις των αποκαλούμενων «παραγωγικών φορέων» το μόνο πράγμα που προτείνουν ως αναπτυξιακό είναι «ρίξτε λεφτά στην αγορά». Αυτό φυσικά δεν γίνεται, γιατί δανεικά πλέον δεν υπάρχουν, για να κινηθεί το εμπόριο και η ελληνικού τύπου «ανάπτυξη», αλλά είναι χαρακτηριστική η μετάλλαξη της ελληνικής επιχειρηματικότητας. Στο κράτος προσβλέπουν και οι Έλληνες επιχειρηματίες κι ελπίζουν σε ένα νέο κύκλο ανακύκλωσης των δανεικών.

Μύθος Νο 5: Η ύφεση. Αυτή υπάρχει και είναι μεγάλη, αλλά αντίθετα με όσα υποστηρίζονται αυτή δεν είναι προϊόν του μνημονίου ή του προγράμματος σταθεροποίησης της ελληνικής οικονομίας. Η ελληνική οικονομία αρχίζει να επιβραδύνεται από το πρώτο τρίμηνο του 2009 και συνεχίζει. Μπορεί το 2010 και λόγω των περιοριστικών μέτρων να έχουμε μείον 3,5% ή μείον 4%, όπως προϋπολογίζεται, αλλά δεν ξέρουμε τι επιβράδυνση θα είχαμε χωρίς το μνημόνιο. Μπορεί δηλαδή στις 9 Μαϊου να είχαμε καρδιακή ανακοπή, στάση πληρωμών του κράτους, πανικό στις τράπεζες, κατάρρευση αυτού του σαθρού οικοδομήματος. Εδώ χωρίς στάση πληρωμών και μόνο με την παραφιλολογία είχαμε εκροή 20 δισεκατομμυρίων από τις καταθέσεις, μπορούμε να φανταστούμε τι θα γινόταν αν λέγαμε ότι το κράτος δεν έχει να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του;

Μύθος Νο 6: Μόνο οι εργαζόμενοι πληρώνουν την κρίση. Έχετε δει τις αγωνιώδεις εκκλήσεις των εταιρών αυτοκινήτων, του ΕΒΕΑ, και άλλων σε εισαγωγικά παραγωγικών φορέων για την ενίσχυση της -πάλι εισαγωγικά- επιχειρηματικότητας; Μακροπρόθεσμα, αυτό που ευφημίζεται ως ελληνική επιχειρηματικότητα, θα πληγεί περισσότερο ακόμη και από τους εργαζόμενους, επειδή στο μεγάλο της κομμάτι είναι αεριτζίδικη. η λογική κάνω ένα γραφείο, πιάνω φιλίες με τον υπουργό ή τον διοικητή ενός δημόσιο οργανισμού και κάνω δουλειά με το κράτος στα χρόνια της επιτήρησης έχει τελειώσει, διότι απλώς το κράτος δεν έχει τα λεφτά που είχε. Φυσικά δεν πρόκειται να κοπεί μαχαίρι ούτε η διαφθορά, ούτε η διαπλοκή (διαφθορά είχαμε και στην πιο άγια οικογένεια· ένας από τους 12 μαθητές του Ιησού ήταν διεφθαρμένος) αλλά όταν το κράτος δεν έχει λεφτά, δεν υπάρχει και η υλική βάση της διαφθοράς. Κι αυτό θα πλήξει την ελληνική -και πάλι εισαγωγικά- επιχειρηματικότητα. Δεν τρέφω αυταπάτες· εμείς οι δημοσιογράφοι που δουλεύουμε σε ένα κατ’ εξοχήν κρατικοδίαιτο και βαθιά διαπλεκόμενο με κάθε εξουσία κλάδο θα πληγούμε πολύ. Αλλά μέχρι πότε οι Έλληνες πολίτες θα συντηρούν επτά κρατικά κανάλια, δέκα ιδιωτικά πανελλαδικά και τρία τέσσερα ανά πόλη επαρχιακά;

Μύθος Νο 7: Αναδιάρθρωση του χρέους. Μεταξύ μας αυτό είναι πολύ πιθανό να γίνει με την μορφή επιμήκυνσης, αλλά μπορεί και πρέπει να γίνει όταν αυτοί που μας δάνεισαν νιώσουν ασφαλείς ότι θα πάρουν τα λεφτά τους πίσω. Δυστυχώς πέρα από τα κερδοσκοπικά παιγνίδια στις αγορές, που τροφοδοτούν φήμες, δημοσιεύματα κ.λπ. υπάρχουν πραγματικοί φόβοι απλών ανθρώπων ότι θα χάσουν τα λεφτά τους τοποθετώντας τα σε ελληνικά ομόλογα. Δεν είναι οι επονομαζόμενοι καρχαρίες της Wall Street που ανησυχούν. Αυτοί τοποθετούνται έτσι ώστε να ελαχιστοποιούν το ρίσκο τους. Αλλά σκεφθείτε: εσείς θα θέλατε να αγόραζε το ασφαλιστικό σας ταμείο ομόλογα Αργεντινής; Θα θέλατε να εξαρτάται αν θα πάρετε σύνταξη, από το πως θα πάει η οικονομία της Αργεντινής;

Το αίτημα της αναδιάρθρωσης του χρέους, είναι ο παλιός ρομαντισμός της επανάστασης, αλλά τώρα με χρηματοπιστωτικά μέσα.

Αλλά ας υποθέσουμε ότι ήμασταν καθόλα έτοιμοι και στις 9 Μαϊου «τους την φέρναμε». Έβγαινε ο πρωθυπουργός, είτε από το Καστελόριζο, είτε από αλλού κι έλεγε «λεφτά δεν υπάρχουν. Στάση πληρωμών». Έκλειναν οι τράπεζες για να μην υπάρξει πανικός των καταθετών για να σηκώσουν τα λεφτά τους. Βάζαμε ισχυρές φρουρές στα σύνορα για να μην φύγουν τα χαρτονομίσματα σε βαλίτσες, ή όπως το κάναμε παλιότερα σε οδοντόκρεμες. Λέγαμε στους ξένους εμπόρους άι στο διάολο κι εσείς και τα προϊόντα σας (αυτοί σε μια χώρα υπό πτώχευση θα ζητούσαν ρευστό· δεν θα δεχόταν ούτε επιταγές, ούτε εγγυητικές, ούτε τίποτε) και λέγαμε ότι θα γίνουμε Αλβανία για μερικούς μήνες μέχρι μερικά χρόνια έως ότου περάσει η μπόρα.

Τι θα κάναμε μετά; Με τι λεφτά θα κινούσαμε στο ενδιάμεσο την ελληνική οικονομία και με ποια παραγωγική δομή θα αναπληρώναμε τις εισαγωγές; πως θα χρηματοδοτούσαν οι τράπεζες τους μικρομεσαίους, αφού θα υπήρχε ο εύλογος κίνδυνος τα λεφτά να φύγουν έξω αντί να γίνουν επενδύσεις ή θέσεις εργασίας;

Η παραδοχή μας περί χρεοκοπίας θα ήταν κάτι χειρότερο από την καρδιακή προσβολή του συστήματος, δηλαδή αυτού που ζούμε σήμερα. Θα ήταν καρδιακή ανακοπή. Θάνατος....

Μύθος Νο 8. Δεν υπάρχει ελπίδα. Ο μεγαλύτερος όλων των μύθων ο οποίος δυστυχώς εμποτίζει τον ψυχισμό νέων ανθρώπων, πολλοί από τους οποίους σκέφτονται να φύγουν στο εξωτερικό, κι αυτό αν πραγματοποιηθεί θα αποτελέσει πραγματική ζημία για την χώρα και την οικονομία. Υπάρχουν πολλά σενάρια καταστροφής τα οποία χρειάζονται μέρες για να αναλυθούν. Ένα βασικό σενάριο λέει πως ότι και να κάνουμε το δημόσιο χρέος θα πάει στο 148-150% του ΑΕΠ, οπότε η χρεοκοπία είναι αναπόφευκτη. Η αλήθεια είναι πως για τα δικά μας μεγέθη αυτό το χρέος είναι μεγάλο. Η αλήθεια επίσης είναι ότι για τα μεγέθη της παγκόσμιας οικονομίας, αυτό το χρέος είναι τρίχες. Ολόκληρο το σημερινό χρέος της Ελλάδας είναι το 1/3 του ελλείμματος των ΗΠΑ μόνο για φέτος.

Αν η παγκόσμια οικονομία ξεπεράσει τις φοβίες της, για το πουλόβερ της ευρωζώνης που θα ξηλωθεί με πρώτη την Ελλάδα και αν εμείς ανακτήσουμε την εμπιστοσύνη των αγορών η ελληνική οικονομία θα αρχίσει πάλι να κινείται και ίσως με ταχύτερους ρυθμούς. Το στοίχημα λοιπόν σήμερα είναι να μην πάει η κρίση χαμένη, να αρχίσει να κινείται σε άλλη τροχιά πιο παραγωγική. Διότι ακόμη και αν γινόταν σήμερα ένα θαύμα σαν αυτό της ΟΝΕ και το κόστος δανεισμού μας ξανάπεφτε στα επίπεδα του Γερμανικού -δηλαδή αυτά τα διαβόητα spreads γινόταν μηδενικά- τι θα κάναμε; Θα ακολουθούσαμε το μοντέλο της ανάπτυξης δια της κατανάλωσης αποκλειστικά; θα αναπαραγάγαμε ένα μοντέλο, από το οποίο δεν ήμασταν ευχαριστημένοι ούτε καν πριν την κρίση;

Έχουμε καταλάβει τι ζημιά κάναμε όλα αυτά τα χρόνια στην νέα γενιά, όταν το μόνο που ελπίζουν οι 18ρηδες και το αποτυπώνουν στη συμπλήρωση των μηχανογραφικών, είναι σχολές που θα τους εξασφαλίσουν μια θέση στο δημόσιο τομέα; Και ποιον δημόσιο τομέα; Τον ελληνικό, που δεν είναι ούτε ο πιο δημιουργικός, ούτε ο πιο συναρπαστικός στον κόσμο. Δηλαδή φτιάξαμε ένα σύστημα που οι καλύτεροι της νέας γενιάς ονειρεύονται να δουλέψουν σε υποθηκοφυλακείο.

Η χώρα βρίσκεται σε μια δύσκολη καμπή. Έχει σωρεύσει παθογένειες παντού και τώρα για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια προσπαθεί να τις θεραπεύσει. Δεν είναι εύκολη υπόθεση· ο συντηρητισμός δεξιός και αριστερός είναι μια γλυκιά πρόταση, αλλά όπως αποδείχθηκε και στην περίπτωση της Ελλάδας καταστροφική. Πρέπει όμως να τα αλλάξουμε όλα. Από το δημόσιο και την εκπαίδευση, μέχρι τους όρους της επιχειρηματικότητας και προσανατολισμού των νέων. Ειδικά αυτούς τους τελευταίους δεν πρέπει να τους απογοητεύουμε με μύθους σαν τους παραπάνω. Τους κληροδοτούμε ένα χρέος τριακοσίων δισ. ευρώ, αλλά τουλάχιστον να τους αφήσουμε την ελπίδα. Και να είμαστε σίγουροι πως αν τους εξηγήσουμε τα προβλήματα σωστά, θα τα καταφέρουν μια χαρά. Θα μάς ξελασπώσουν...

Εισήγηση σε ημερίδα του Αριστοτέλειου Πανεπιστήμιου Θεσσαλονίκης 11.9.2010

17 Οκτ 2010

Μεταβολές στην ανώτατη παιδεία: σπεύδετε βραδέως (Δημήτρης Τριχόπουλος - Καθημερινή, 17/10/2010)

Ο υπογράφων υπηρετεί σε διακεκριμένο πανεπιστήμιο των ΗΠΑ, όπως και εκατοντάδες άλλοι Ελληνες επιστήμονες. Ενα στοιχείο που διαφοροποιεί την εμπειρία του από εκείνη των περισσοτέρων συναδέλφων του είναι ότι υπηρέτησε προηγουμένως επί μακρόν σε ανώτατη καθηγητική θέση στη χώρα μας. Το γεγονός αυτό του επιτρέπει μια συγκριτική αξιολόγηση, οπωσδήποτε με μεθοδολογικές ατέλειες, της σημερινής κατάστασης στην Aνώτατη Παιδεία στην Ελλάδα και στις ΗΠΑ. Οι σκέψεις αυτές θα μπορούσε να είναι χρήσιμες στη σχεδιαζόμενη, και επιβαλλόμενη, αλλαγή του νομοθετικού πλαισίου για την ανώτατη εκπαίδευση στη χώρα μας.

Το επίπεδο των φοιτητών στα ελληνικά πανεπιστήμια είναι υψηλό, κατά τη γνώμη μου υψηλότερο εκείνου των καλών αμερικανικών πανεπιστημίων. Αυτό δεν οφείλεται μόνο στην παιδειοκεντρική φιλοσοφία της ελληνικής οικογένειας, αλλά και στο γεγονός ότι οι εισαγωγικές εξετάσεις για τα πανεπιστήμιά μας είναι αδιάβλητες, δίκαιες και κατά συνέπεια αξιοκρατικές. Αν δεν υπήρχαν τα μετά τις εισαγωγικές «παράθυρα», η Ελλάδα θα μπορούσε να διεκδικήσει παγκόσμια πρωτοπορία όσον αφορά την ποιοτική στάθμη του προπτυχιακού φοιτητικού σώματος στα πανεπιστήμια.

Στους εκπαιδευτές υπάρχει ετερογένεια. Οι περισσότεροι είναι αφοσιωμένοι και ικανοί, αλλά και αυτοί προσπαθούν να λειτουργήσουν σε ένα κλίμα απογοήτευσης που δημιουργείται από την αδυναμία πραγμάτωσης ενός προγράμματος που συνεχώς διακόπτεται και συντέμνεται και ουδέποτε αξιολογείται ορθολογικά. Στις ΗΠΑ, τα διδακτικά προγράμματα δημοσιοποιούνται στις αρχές του ακαδημαϊκού έτους και εφαρμόζονται ευλαβικά, εκτός αν υπάρχει χιονοθύελλα ή κάποιο αντίστοιχο γεγονός. Στη χώρα μας δεν μπορώ να θυμηθώ έστω και μια χρονιά στην οποία το εκπαιδευτικό πρόγραμμα εφαρμόστηκε αδιάλειπτα, με συνέπεια την αποδιοργάνωση τόσο της εκπαίδευσης και της έρευνας, όσο και των διεθνών υποχρεώσεων του εκπαιδευτικού και ερευνητικού προσωπικού.

Για την έρευνα θα χρησιμοποιήσω δύο οικονομικούς όρους, όπως τουλάχιστον τους καταλαβαίνω. Η αποτελεσματικότητα (επίδοση) της έρευνας στα ελληνικά πανεπιστήμια είναι μέτρια, αλλά η αποδοτικότητά της, στην οποία η αποτελεσματικότητα διαιρείται με τους διατιθέμενους πόρους, είναι σχετικά υψηλή, αφού οι πόροι είναι τόσο περιορισμένοι. Και, πάντως, φαίνεται ότι η αποτελεσματικότητα παρουσιάζει διαχρονική ανοδική πορεία.

Εκεί όπου η Aνώτατη Παιδεία υστερεί σημαντικά σήμερα στην Ελλάδα είναι η διοίκηση των πανεπιστημίων. Αυτό δεν οφείλεται στην ποιότητα των εκλεγέντων στη διοίκηση. Στη συντριπτική τους πλειοψηφία οι πρυτάνεις, πρόεδροι κ. λπ., τουλάχιστον αυτοί τους οποίους γνώρισα, ήταν προικισμένοι και αναγνωρισμένοι επιστήμονες. Το πρόβλημα βρίσκεται στο σύστημα. Στις ΗΠΑ, οι πρυτάνεις και οι κοσμήτορες επιλέγονται από σώματα τα οποία δεν έχουν άμεση εξάρτηση από τους καθηγητές και βέβαια τους φοιτητές, ενώ στην Ελλάδα συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο. Στη χώρα μας, το σύστημα για την εκλογή βουλευτών έχει κατηγορηθεί ότι προάγει τις πελατειακές σχέσεις, παρ' όλο που η εκλογική βάση αφορά πολλές χιλιάδες ψηφοφόρους. Σκεφτείτε πόσο εντονότερη μπορεί να είναι η πελατειακή αυτή σχέση όταν αφορά μερικές εκατοντάδες ψηφοφόρους, πολλοί από τους οποίους (κυρίως στο φοιτητικό σώμα) κινούνται ομαδικά προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση.

Η φοιτητική ζωή σε ολόκληρο τον κόσμο υπαγορεύεται κατά 80% από τα νιάτα των φοιτητών - και έτσι πρέπει. Το υπόλοιπο 20% της φοιτητικής ζωής, όμως, οργανώνεται διαφορετικά στις ΗΠΑ απ' ό, τι στην Ελλάδα. Στην Αμερική είναι ενταγμένο στη ζωή του πανεπιστημίου ενώ στην Ελλάδα, και όταν ακόμα είναι, εκφράζει συνήθως μια αντιπαλότητα, σαν να μην αποτελούν οι εκπαιδευόμενοι τη συνέχεια και τη δικαίωση των εκπαιδευτών τους.

Η μεταρρύθμιση που ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του 1980 στην Aνώτατη Παιδεία ήταν απαραίτητη αλλά, όπως έγινε, είχε περισσότερες αρνητικές παρενέργειες παρά θετικές συνέπειες. Η μεταρρύθμιση έγινε με βασικό σκεπτικό την άρση της «μονοκρατορίας» της πανεπιστημιακής έδρας, δηλαδή των τότε τακτικών καθηγητών, που ήταν και οι διευθυντές των αντίστοιχων ακαδημαϊκών μονάδων. Η συγκεκριμένη μονοκρατορία καταλύθηκε, αφού έχουν γίνει πλέον πολλαπλάσιοι καθηγητές στην ανώτατη βαθμίδα - πράγμα επιθυμητό, με την προϋπόθεση ότι υπάρχει διαφάνεια και τηρούνται αξιοκρατικά κριτήρια. Ατυχώς, όμως, η μονοκρατορία δεν εξέλιπε - αντίθετα ισχυροποιήθηκε, αφού μετακινήθηκε στους λίγους εκλεγμένους στη διοίκηση των πανεπιστημιακών τμημάτων, στους οποίους μεταφέρθηκε η εξουσία.

Είναι θετικό μια διακεκριμένη υπουργός να ασχολείται σοβαρά με την αναμόρφωση της Aνώτατης Παιδείας στη χώρα και είναι εύλογο η υπουργός να επιθυμεί τη διαμόρφωση ενός φιλόδοξου πολυνομοσχεδίου για να επιτύχει τον στόχο αυτό. Ενα πολυνομοσχέδιο, όμως, κρύβει πολλές παγίδες για την ανάδυση των κατά Merto«απροσδόκητων συνεπειών». Αν ορισμένα άρθρα, ή η συνέργεια μεταξύ των διαφόρων άρθρων, αποδειχθούν αναποτελεσματικά ή βλαπτικά, θα αμαυρώσουν την εικόνα της όλης προσπάθειας. Ως παράδειγμα, η μετάκληση ξένων επιστημόνων ως κριτών σε εκλογές είναι, βέβαια, επιθυμητή, αλλά εξαιρετικά δύσκολο να πραγματωθεί, ακόμη κι αν μπορούσαν να διατεθούν τα απαιτούμενα (πολλά) χρήματα. Ούτε η τηλεδιάσκεψη αποτελεί λύση - η προσωπική μου εμπειρία από τηλεδιασκέψεις είναι ότι συμμετέχουν συνήθως τα 2/3 των προσκληθέντων και αρκετοί από τους συμμετέχοντες δεν είναι επαρκώς προετοιμασμένοι. Η μόνη εφικτή λύση -και αυτή που χρησιμοποιείται σε πολλά ξένα πανεπιστήμια- είναι η σύνταξη επιστολών αξιολόγησης με διαβαθμιζόμενες θετικές ή αρνητικές τοποθετήσεις. Και θα πρέπει, βέβαια, να συνεκτιμηθεί, ενδεχομένως ακόμη και με αρνησικυρία, η άποψη των Ελλήνων συναδέλφων τους.

Η κατάσταση της Aνώτατης Παιδείας στη χώρα μας δεν είναι τόσο κακή όσο συχνά αναφέρεται, αλλά είναι επιδεκτική σημαντικών βελτιώσεων. Θα είναι κρίμα να χαθεί μια ευκαιρία τώρα που οι συνθήκες έχουν ωριμάσει και υπάρχουν πολλοί νέοι άνθρωποι, σε πολλά επίπεδα, έτοιμοι να επωμισθούν το βάρος μια νέας προσπάθειας. Η γνώμη του υπογράφοντος είναι οι μεταβολές να γίνουν σταδιακά, ώστε να υπάρχει κάθε φορά δυνατότητα ήπιων διορθωτικών παρεμβάσεων χωρίς να κλονίζεται ένα μείζον νομοθετικό οικοδόμημα: σπεύδετε βραδέως.

* Ο κ. Δ. Τριχόπουλος είναι καθηγητής του Πανεπιστημίου Harvard, ακαδημαϊκός