31 Δεκ 2010

Περί επανεκκίνησης της κοινωνίας (Έλλη Μελέμη - Νέα Υόρκη)

O τίτλος του άρθρου του Ξυδάκη ήταν πραγματικά πολύ επιτυχημένος. Με κινητοποίησε πραγματικά γιατί αυτό είναι που ζητούσα τόσον καιρό, αυτό είναι που χρειαζόμαστε. Το μόνο που μπορεί να μας σώσει... Η επανεκκίνηση της κοινωνίας, της κοινωνίας των Ελλήνων και πιο συγκεκριμένα του απανταχού Ελληνισμού.
Διαβάζοντάς το όμως, διαπίστωσα ότι πρόκειται για μια ρομαντική προσέγγιση του προβλήματος αλλά δεν είδα καμία πρόταση, καμία λύση, καμία διέξοδο. Tόσα χρόνια δε βαρεθήκαμε με το ρομαντισμό, τις φανφάρες και την επανάπαυση στις δάφνες μας;
Δεν μπορούμε να παραβλέψουμε βέβαια, ότι όλο και περισσότερες αράδες αναφέρονται στο συγκεκριμένο θέμα και αυτό είναι ενθαρρυντικό. Αλλά... που είναι η κινητοποίηση, οι πράξεις, τα βήματα, η συγκρότηση των Ελλήνων σε ένα σώμα, η ΔΡΑΣΗ;
Σε αυτή τη φάση και όσο κι αν ακούγεται κενό, δεν με ενδιαφέρει η ιστορία, ο πολιτισμός, τα κεκτημένα, τα δικαιώματα, οι τεχνολογίες... Με ενδιαφέρει πως θα περισώσουμε ό,τι απέμεινε και αυτό θέλει δράση, ψυχή και θέληση! Δε χρειαζόμαστε πολλούς αν έχουμε όλα αυτά. Με πόσους άρχισε η Φιλική Εταιρία;

Περί επανεκκίνησης της κοινωνίας (Αντώνης Βαλσαμάκης - Νέα Υόρκη)

Κάθε νέα διαδικασία συνοδεύεται πάντα από αντικατάσταση της αντίστοιχης παλιάς και απόρριψη των μη προσαρμοσμένων στα νέα δεδομένα δομών, αλλά και ανθρώπων. Σε αυτό συμφωνούμε απόλυτα. Ο ελληνισμός, και σε τελική ανάλυση ο Έλληνας με την ιστορία του με ό,τι αυτό συνεπάγεται πότε επιτέλους θα σταματήσει να περιορίζεται σε καταγραφές και αναλύσεις; και πότε επιτέλους θα δημιουργήσει τον πυρήνα για τις καινουργιες πρακτικές επίλυσης του προβλήματος που δεν θα ισοδυναμεί με αδράνεια, απενεργοποίηση και "ανενέργεια" συνείδησεων και ενταφιασμού του ελληνικού φιλότιμου;

30 Δεκ 2010

Περί επανεκκίνησης της κοινωνίας (Κώστας Δροσάτος - Νέα Υόρκη)

Ενδιαφέρον το άρθρο του Νίκου Ξυδάκη. Αυτό, ωστόσο, το οποίο φαίνεται να παρακάμπτει στη συλλογιστική του είναι ότι όλα αυτά τα δεινά τα οποία αντιμετώπισε η Ελλάδα στον προηγούμενο αιώνα και τα οποία, σύμφωνα με τα γραφόμενά του, δεν μπορούν να συγκριθούν με αυτά που βιώνει σήμερα είναι πιστά όμοιες καταστάσεις με αυτές που συνέβαιναν πριν τα δεινά στα οποία αναφέρεται (πόλεμοι, εμφύλιοι κλπ) και εν πολλοίς οδήγησαν σε αυτά.
Ανάγνωση της ιστορίας της Ελλάδας μετά τη Μικρασιατική καταστροφή, η οποία εισήγαγε στην Ελλάδα 1,5 εκατομμύριο ανθρώπους που έπρεπε να δουλέψουν και να σταθούν στα πόδια τους και ως το 1935, δείχνει υπερβολικά όμοιες καταστάσεις στην οικονομική και την πολιτική κατάσταση τόσο της χώρας όσο και ολόκληρου του πλανήτη. Ένα πρώτο κύμα ανάπτυξης της Ελλάδας ήρθε μετά τον εμφύλιο στη δεκαετία του 50 κι ενώ μεσολάβησαν η δικτατορία του Μεταξά, ο 2ος παγκόσμιος πόλεμος και ο καταστροφικός εμφύλιος.
Σήμερα η ελληνική κοινωνία υφίσταται ένα νέο shock που αυξάνει ραγδαία τον αριθμό των ανέργων και επιβραδύνει σημαντικά την ανάπτυξη της χώρας.
Η διαφορά σε σχέση με τις δεκαετίες του 1920 και του 1930 έγκειται στη σύγχρονη ύπαρξη τεχνολογιών που μπορούν να συμβάλλουν στην επιτάχυνση των προσαρμοστικών διαδικασιών οι οποίες αφορούν είτε σε απλά θέματα π.χ. τη μετακίνηση πολιτών σε άλλες περιοχές της χώρας ή άλλες χώρες με περισσότερες επαγγελματικές ευκαιρίες είτε στην αλλαγή του μοντέλου εργασίας σε μια επιχείρηση.
Κάθε νέα διαδικασία συνοδεύεται πάντα από αντικατάσταση της αντίστοιχης παλιάς και απόρριψη των μη προσαρμοσμένων στα νέα δεδομένα δομών αλλά και ανθρώπων. Αυτό ισοδυναμεί με αδράνεια/απενεργοποίηση/ανεργία ανθρώπων, που με τη σειρά της πυροδοτεί κοινωνική ένταση, η οποία σε περίπτωση απώλειας ουσιαστικών παρεμβατικών δράσεων μπορεί να οδηγήσει σε ανεξέλγκτες κοινωνικές εκρήξεις και απώλεια του ελέγχου από την κεντρική διοίκηση, το οποίο στην ακραία του μορφή μπορεί να αποκτήσει τη μορφή εμφυλίου.
Έχει η ελληνική κοινωνία αναπτύξει ένστικτα και μηχανισμούς προσαρμογής σε μεταβαλλόμενες συνθήκες; Οι εικόνες αγροτών στους δρόμους οι οποίοι απαιτούν τη μη μεταβολή του καλλιεργητικού μοντελου της Ελλάδας δεν συνηγορεί υπέρ αυτής της άποψης.
Έχει επενδύσει στις νέες τεχνολογίες που θα επιταχύνουν τις προσαρμοστικές διαδικασίες για την παρούσα κατάσταση; Ο ανεκμετάλλευτος εν δυνάμει πλούτος της Ελλάδας (αειφορική ενέργεια από ήπιες μορφές ενέργειας που βρίθουν το φυσικό τοπίο της χώρας), δημιουργεί σοβαρά ερωτηματικά γι' αυτό.
Δείχνει δεκτική σε εισαγωγή νέων πρακτικών στον τρόπο διοίκησης της κοινωνίας; Η καθολική αντίδραση των πρυτανικών συμβουλίων στην είσοδο προσωπικοτήτων από την Ελλάδα και το εξωτερικό στο κεντρικό όργανο διοίκησης των πανεπιστημίων, όπως αυτή διατυπώθηκε στις πρόσφατα προτεινόμενες αλλαγές στον τρόπο διοίκησης των πανεπιστημίων, εξασθενίζει την πιθανότητα αυτό να συμβαίνε.
Φοβάμαι ότι η αισιοδοξία που προσπαθεί να εκπέμψει ο Ξυδάκης στο άρθρο του ταιριάζει μόνο με το πνεύμα των ημερών και όχι με τα πραγματικά δεδομένα της Ελλάδας. Όλο και περισσότερο πληθαίνουν οι ενδείξεις ότι για άλλη μια φορά θα ακολουθηθεί ο σκληρός και δύσκολος δρόμος για την "επανεκκίνηση της κοινωνίας" με απρόβλεπτες συνέπειες για ό,τι πρόκειται να συμβεί στη διαδικασία αυτή επανεκκίνησης.

Επανεκκίνηση της κοινωνίας (Tου Νικου Γ. Ξυδακη - Kαθημερινή, 30 Δεκεμβρίου 2010)

Η χρονιά που φεύγει μάς αφήνει πιο αδύναμους, ζαρωμένους, τρομαγμένους. Αλλά και πιο πλούσιους. Η ανατροπή των στερεότυπων είναι κέρδος, η αφύπνιση είναι πλούτος, η ανανοηματοδότηση κέρδος κι αυτή. Εφόσον ασφαλώς μπορέσουμε να αντιληφθούμε την κρίση ως ρήγμα στο παλαιό σώμα και ως τρόπο νέας συνέχισης, εφόσον αντιληφθούμε το ρήγμα ως ευκαιρία αναγέννησης. Και εφόσον νιώσουμε βαθιά μέσα μας την ανάγκη για ανανεωμένη επαναφορά σε βασικές αξίες: αλληλεγγύη, συλλογικότητα, προάσπιση του κοινού καλού.

Μια επανεκκίνηση της κοινωνίας, λοιπόν. Που θα είναι οδυνηρή όμως: η επανεκκίνηση θα τελεσθεί επί των ερειπίων του παλαιού. Ακριβώς αυτά τα ερείπια πρέπει να είναι το πρώτο μέλημα: πώς θα είναι λιγότερα, αφενός, πώς θα τα αξιοποιήσουμε, αφετέρου. Πώς θα πάρουμε στα χέρια μας προσεκτικά τα όστρακα, τα θραύσματα, για να τα συντηρήσουμε, να τα συγκολλήσουμε, να ανατάξουμε ό,τι αξίζει να σωθεί: το σχήμα των προσώπων. Σαν αρχαιολόγοι του μέλλοντός μας, σαν ιστορικοί άνθρωποι, σαν κληρονόμοι βαριάς κληρονομιάς, σαν τυχεροί κάτοικοι τόπου ευλογημένου, ταγμένοι να συνομιλούμε με νεκρούς, με φαντάσματα εμφυλίων, ακούγοντας διαρκώς φωνές ποιητών και φιλοσόφων, πολεμιστών και ταξιδευτών, γνωρίζοντας διαρκώς ότι το ποτάμι δεν γυρνάει πίσω, μ’ εμάς ή χωρίς εμάς.

Ας πάρουμε απόφαση λοιπόν ότι το ποτάμι θα μας περιέχει, θα μας φέρει προς τους νέους καιρούς· κι ας επιπλεύσουμε, σώοι, ανάμεσα σε κορμούς και πτώματα. Επιπλέοντας, ας υφαίνουμε το μέλλον μες στο παρόν. Το σοκ του παρόντος δεν πρέπει να θολώνει την κρίση μας, να αμβλύνει την ιστορική όραση - είπαμε: είμαστε ιστορικοί άνθρωποι. Το ξαναδιάβασμα της Ιστορίας δεν υπαγορεύει τι να κάνουμε, αλλά τουλάχιστον μάς λέει ότι μια-δυο γενιές πριν από μας οι άνθρωποι επλήγησαν από τρομερές καταστροφές και παρ’ όλα αυτά σηκώθηκαν, ανασυγκολλήθηκαν, επανεκκίνησαν, δημιούργησαν. Η παρούσα περιπέτεια του ελληνικού λαού δεν είναι η πιο τρομερή. Ο περασμένος αιώνας άλλαξε και εμπλούτισε τον πληθυσμό, τη συνείδησή του, έφερε καταστροφές και λιμούς, πολέμους και εμφυλίους, ηρωισμούς και υπερβάσεις, ταπεινώσεις. Ο παρών αιώνας μας ξαναβάζει επιτακτικό, επείγον, το ερώτημα: ποιοι είμαστε; Πώς συνεχίζουμε;

Ας δούμε γύρω: βουνά και θάλασσα, ολίγος κάμπος. Μαρμάρινα μέλη, ελιές, ναΐσκοι, αμπέλια, κήποι, πολίσματα - τέτοια πήραμε. Και πολιτείες αχόρταγες, αυτοκινητόδρομοι, μολ, τουριστική ανοχή, βενζίνες και καλώδια, κατάμεστα καφενεία - τέτοια αφήνουμε. Είμαστε όλα. Το ολίγο και το υπερβολικό, το ωραίο και το άσχημο. Παλαιοί και μοντέρνοι, υπερήφανοι και υποτελείς, έτοιμοι για θάνατο και έτοιμοι για ντροπιασμένη επιβίωση. Αναγκασμένοι όμως κάθε τόσο να επιλέγουμε, και να υπερασπιζόμαστε την εκάστοτε επιλογή: το κάλλος ή την ασχήμια, τη δυνατότητα ελευθερίας ή την υποταγή; Η ελευθερία και το κάλλος δεν είναι μοίρα, είναι επιλογή.

7 Δεκ 2010

Συνέντευξη του Αντιπρύτανη της Οξφόρδης (Ναυτεμπορική - 7 Δεκεμβρίου 2010)

Για την ανάγκη ανάληψης ευθυνών από ολόκληρη την κοινωνία, και επομένως και από τα πανεπιστήμια, στην εποχή λιτότητας και περικοπών των δημοσίων δαπανών, αναφέρθηκε ο Αντιπρύτανης του πανεπιστημίου της Οξφόρδης καθηγητής Αντριου Χάμιλτον, μιλώντας στo naftemporiki.gr.

Ο καθηγητής πρόσθεσε ωστόσο ότι «η εξέλιξη της κοινωνίας πολιτιστικά, οικονομικά και τεχνολογικά ξεκινάει σε μεγάλο βαθμό εντός των πανεπιστημίων», οπότε η επένδυση στα πανεπιστήμια είναι μια επένδυση στο μέλλον.

Μας μίλησε εκτενώς για τη χρηματοδότηση των πανεπιστημίων, εν όψει και της ψήφισης αυτή την εβδομάδα του αμφιλεγόμενου νομοσχεδίου της βρετανικής κυβέρνησης για την αύξηση των πανεπιστημιακών διδάκτρων, τα οποία αναμένεται να διπλασιαστούν στις 6.000 στερλίνες ετησίως ή και στις 9.000 στερλίνες σε ορισμένες περιπτώσεις. Όπως τόνισε, οι αλλαγές, που έχουν οδηγήσει σε διαδηλώσεις και καταλήψεις πανεπιστημίων, είναι «ένα βήμα προς μια πιο βιώσιμη δομή». Χαρακτήρισε «ευρηματικό» τον τρόπο αποπληρωμής που προωθεί η κυβέρνηση με το συγκεκριμένο νομοσχέδιο, το οποίο προβλέπει ότι θα τα δίδακτρα θα λαμβάνουν τη μορφή δανείου που θα αποπληρώνεται όταν οι φοιτητές έχουν ολοκληρώσει τις σπουδές τους, έχουν βρει δουλειά και εισπράττουν πάνω από ένα συγκεκριμένο ποσό.

Ο καθηγητής Αντριου Χάμιλτον

Ο Aντριου Χάμιλτον είναι Καθηγητής Χημείας και ανέλαβε το αξίωμα του Αντιπρύτανη του πανεπιστημίου της Οξφόρδης (το οποίο ουσιαστικά σημαίνει ότι διατελεί καθήκοντα Πρύτανη, καθώς ο τίτλος του Πρύτανη είναι τιμητικός) τον Οκτώβριο του 2009. Από το 2004 μέχρι το 2008 διετέλεσε Αντιπρύτανης του πανεπιστημίου του Yale. Συναντήσαμε τον καθηγητή στην Αθήνα, όπου βρέθηκε για να συναντηθεί με αποφοίτους και δωρητές του πανεπιστημίου της Οξφόρδης.

Έχετε μακρά εμπειρία του αμερικανικού συστήματος ανώτατης εκπαίδευσης, καθώς και του βρετανικού, ενώ είστε Αντιπρύτανης του πανεπιστημίου της Οξφόρδης εδώ και ένα χρόνο. Πώς θα συγκρίνατε τα δύο συστήματα σε σχέση με τα προτερήματα και τα μειονεκτήματά τους;

Αυτό είναι ένα μεγάλο ζήτημα για το οποίο έχουν γραφτεί πολλά βιβλία. Μπορώ να συγκρίνω ειδικά το Yale και την Οξφόρδη που είναι δύο από τα καλύτερα πανεπιστήμια του κόσμου και βρίσκω πολλά πράγματα που είναι παρόμοια. Και στα δύο δίνεται πολλή μεγάλη έμφαση στην αριστεία σε κάθε τομέα - στην πρόσληψη προσωπικού, στην επιλογή των φοιτητών, στο είδος της έρευνας που γίνεται, υπάρχει μια νοοτροπία που είναι αρκετά παρόμοια. Αλλά στην πραγματικότητα τα δύο εκπαιδευτικά συστήματα είναι πολύ διαφορετικά. Πρέπει να ξεκαθαρίσω ότι τα μεταπτυχιακά συστήματα τα οποία δίνουν έμφαση στην έρευνα είναι πολύ παρόμοια, όπως συμβαίνει πάνω κάτω σε ολόκληρο τον κόσμο. Αλλά στο προπτυχιακό επίπεδο στις Ηνωμένες Πολιτείες υπάρχει μία έμφαση στη γενική εκπαίδευση. Τα πρώτα δύο χρόνια, οι φοιτητές παρακολουθούν πολλά μαθήματα, μία ξένη γλώσσα, φιλοσοφία, επιστήμη, ένα εύρος μαθημάτων και αποφασίζουν πού θα επικεντρωθούν στο μέσο των σπουδών τους. Στην Αγγλία είναι πολύ πιο επικεντρωμένες οι σπουδές, ήδη από το λύκειο ο μαθητής έχει αποφασίσει αν θα γίνει επιστήμονας ή φιλόλογος, ήδη από την ηλικία των 16 παρακολουθούν μόνο τρία μαθήματα. Όταν πήγαινα σχολείο τα τελευταία χρόνια παρακολουθούσα μαθηματικά, φυσική και χημεία και σπούδασα χημεία, όχι ξένες γλώσσες, όχι αγγλική λογοτεχνία, όχι φιλοσοφία, μόνο χημεία. Συχνά με ρωτούν ποιο από τα δύο συστήματα είναι καλύτερο και δεν υπάρχει απάντηση σε αυτό. Και τα δύο έχουν μεγάλα προτερήματα. Για το αμερικάνικο μπορεί κανείς να πει ότι επιτρέπει στους νεαρούς φοιτητές να διερευνήσουν τα ενδιαφέροντά τους να επικεντρωθούν σε ένα μάθημα μόνο όταν έχουν καταλάβει ποιο είναι το πάθος τους. Στη Βρετανία από την άλλη, ο φοιτητής μελετά βαθύτερα ένα μάθημα και αυτό έχει σημαντικές επιπτώσεις στην ανάπτυξη της αναλυτικής σκέψης, την κατανόηση ενός μαθήματος.

Ο τρόπος χρηματοδότησης θεωρείται συχνά μία από τις βασικές διαφορές ανάμεσα στα δύο συστήματα. Πιστεύετε ότι το μεγαλύτερο ποσοστό ιδιωτικής χρηματοδότησης στις ΗΠΑ είναι ένας από τους λόγους που τα αμερικανικά πανεπιστήμια βρίσκονται στην κορυφή των κατατάξεων με τα καλύτερα πανεπιστήμια παγκοσμίως;

Για να μιλήσω ειλικρινά, ναι. Ένα από τα πράγματα που πρέπει να θυμάται κανείς για την Αμερική είναι ότι υπάρχει ένα τεράστιο «οικοσύστημα» ιδρυμάτων ανώτατης εκπαίδευσης, από το Harvard και το Yale και το Stanford μέχρι τα κοινοτικά κολλέγια, που παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο σε τοπικό επίπεδο. Και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ανάμεσα στα κορυφαία πανεπιστήμια που βασίζονται στην έρευνα ο ρόλος των ταμείων δωρεών (endowments) που καθιστούν ένα πανεπιστήμιο αυτάρκες είναι πολύ σημαντικός. Για παράδειγμα στο Harvard και το Yale έχουν ταμεία ύψους 20 δισ. δολαρίων, ενώ στο Yale μόνο το εισόδημα, οι τόκοι από αυτά τα επενδυμένα κεφάλαια, αντιστοιχούν περίπου στο 40% του προϋπολογισμού του πανεπιστημίου. Στην Οξφόρδη, το αντίστοιχο ποσοστό είναι χαμηλότερο από 5%. Νομίζω ότι το να αυξήσουμε αυτό το ποσοστό πρέπει να είναι μια προτεραιότητα για εμάς στην Οξφόρδη αν είναι να παραμείνουμε στο επίπεδο που είμαστε σήμερα, στο ίδιο δηλαδή επίπεδο με το Harvard, το Yale, το Stanford.

Ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος να κλείσει η «τρύπα» στη χρηματοδότηση των βρετανικών πανεπιστημίων; Με αύξηση στις δωρεές ή με αύξηση στα δίδακτρα όπως αυτή που προωθεί η βρετανική κυβέρνηση;

Πρέπει να υπάρχει μία διαφοροποίηση στις πηγές εισοδήματος. Η εξάρτηση από μία και μόνο πηγή είναι δυνητικά προβληματική. Ένα πανεπιστήμιο όπως η Οξφόρδη πρέπει να διαφοροποιήσει τις πηγές εισοδήματός του και ναι, η φιλανθρωπία θα είναι μέρος αυτού και ναι, τα δίδακτρα θα είναι μέρος αυτού, αλλά θα υπάρξουν και άλλα. Για παράδειγμα η εμπορευματοποίηση της έρευνας, όπου είναι δυνατό, η ανάπτυξη εταιρειών που θα εξασφαλίσουν ότι οι ανακαλύψεις που γίνονται στην Οξφόρδη θα βρουν το δρόμο τους στην αγορά, είναι μια ακόμα πηγή εσόδων . Στην Οξφόρδη είμαστε επίσης πολύ τυχεροί που έχουμε έναν πολύ αποτελεσματικό εκδοτικό οίκο, το Oxford University Press, που μας βοηθά να εκπληρώσουμε την ακαδημαϊκή και εκπαιδευτική μας αποστολή και παρέχει επίσης οικονομική στήριξη μέσω των πλεονασμάτων του. Οπότε η διαφοροποίηση των πηγών εσόδων, σε αντίθεση με την εξάρτηση από μία και μόνο, νομίζω ότι θα είναι πολύ σημαντική στο μέλλον.

Πώς σχολιάζετε λοιπόν την πρόταση της κυβέρνησης για αύξηση των διδάκτρων; Βοηθά τα πανεπιστήμια γενικά και την Οξφόρδη συγκεκριμένα, τοποθετεί σε μειονεκτική θέση τους φτωχότερους φοιτητές;

Είναι προφανώς ένα σύνθετο ερώτημα και φυσικά δεν μπορούμε να το διαχωρίσουμε από αυτό που έχει ήδη συμβεί στο Ηνωμένο Βασίλειο τους τελευταίους μήνες, που είναι η απόφαση της κυβέρνησης ότι η πιο σημαντική προτεραιότητα για την οικονομική υγεία της χώρας είναι η επίθεση στο έλλειμμα. Η κυβέρνηση έχει αποφασίσει να το κάνει μέσω της μείωσης των δημόσιων δαπανών, πολύ σημαντικής μείωσης, έως και 40%, και τέτοιου μεγέθους μειώσεις θα υποστούν και τα πανεπιστήμια. Η απόφαση ήταν να μειωθεί η χρηματοδότηση στο κομμάτι της διδασκαλίας. Οπότε όταν βλέπουμε τη νέα πρόταση για τα δίδακτρα και τη χρηματοδότηση της ανώτατης εκπαίδευσης στο Ηνωμένο Βασίλειο, πρέπει να το δούμε στο πλαίσιο της δραματικής μείωσης της στήριξης που θα λαμβάνουν από την κυβέρνηση. Συγκεκριμένα για την Οξφόρδη, αν θέλουμε να παραμείνουμε στην κορυφή των πανεπιστημίων παγκοσμίως και να συνεχίσουμε να παρέχουμε την εξαιρετική διδασκαλία σε προπτυχιακό επίπεδο μέσω του συστήματος του tutorial (σ.σ. σύστημα διδασκαλίας σε μικρές ομάδες που συνήθως περιλαμβάνουν τον καθηγητή και δύο φοιτητές), τότε πρέπει να βρούμε εναλλακτικές μορφές χρηματοδότησης και τα δίδακτρα θα πρέπει να είναι μέρος αυτών. Πάντα όμως τόνιζα, και το τονίζω και τώρα, ότι η αύξηση στα δίδακτρα θα πρέπει να συνοδεύεται από μία πολύ σημαντική ενίσχυση των υποτροφιών, όπως κάνουν τα κορυφαία αμερικανικά πανεπιστήμια. Στο επίπεδο της επιλογής φοιτητών θα πρέπει να εξασφαλίζουμε ότι κανένας φοιτητής που έχει τις ακαδημαϊκές προϋποθέσεις και τις δυνατότητες να σπουδάσει στην Οξφόρδη δεν θα πρέπει να εμποδίζεται από το να έρχεται εξαιτίας οικονομικών λόγων.

Για να παραμείνουμε λίγο σε αυτό, ο υπουργός Επιχειρήσεων Βινς Κέιμπλ είπε πρόσφατα ότι αν δεν αυξάνονταν τα δίδακτρα τότε κορυφαία βρετανικά πανεπιστήμια όπως η Οξφόρδη και το Κέμπριτζ θα έπρεπε να ιδιωτικοποιηθούν. Βρίσκεται στο τραπέζι η ιδιωτικοποίηση της Οξφόρδης, θα εξετάζατε κάτι τέτοιο;

Με πολλούς τρόπους αυτή είναι η λάθος λέξη, γιατί η Οξφόρδη είναι ήδη ιδιωτική. Είναι μια ιδιωτική φιλανθρωπική επιχείρηση, δεν είμαστε μέρος του κράτους, λαμβάνουμε κρατική χρηματοδότηση για την έρευνά μας και αυτή τη στιγμή για τη διδασκαλία. Συνήθως χρησιμοποιούμε μια άλλη λέξη, «ανεξάρτητη», και δεν θα θέλαμε ποτέ η Οξφόρδη να είναι ανεξάρτητη από την κυβέρνηση. Ούτε το Harvard, το Stanford ή το Yale δεν είναι ανεξάρτητα από την αμερικανική κυβέρνηση, λαμβάνουν σημαντική κεφάλαια για έρευνα. Αυτό στο οποίο συνήθως αναφέρονται όταν μιλούν για τέτοια ζητήματα είναι το ποσό που δίνει η κυβέρνηση για τη διδασκαλία και φυσικά είμαστε αντιμέτωποι με ένα μέλλον όπου αυτό θα μειωθεί πολύ σημαντικά ούτως ή άλλως.

Έχουμε δει παρόμοιες τάσεις και αλλού στην Ευρώπη. Είχαμε πρόσφατα φοιτητικές διαδηλώσεις στην Ιταλία λόγω της μείωσης της κρατικής χρηματοδότησης. Είναι σωστό να μειώνεται η χρηματοδότηση στα πανεπιστήμια σε μία εποχή λιτότητας;

Είμαστε σε μια δύσκολη οικονομική συγκυρία, κάθε κομμάτι της κοινωνίας πρέπει να αναλάβει κάποιο τμήμα της ευθύνης και να παίξει το ρόλο του στο να βοηθήσει την κυβέρνηση να επαναφέρει την οικονομία σε τροχιά ανάπτυξης και ευημερίας. Υπό αυτή την έννοια δεν νομίζω ότι τα πανεπιστήμια θα πρέπει να αντιμετωπίζονται διαφορετικά από άλλα τμήματα της κοινωνίας. Από την άλλη βέβαια, τα πανεπιστήμια έχουν να κάνουν με το μέλλον. Εκεί γίνεται η έρευνα που είναι πολύ σημαντική για το μέλλον της ιατρικής, της τεχνολογίας, της επιστήμης, των ανθρωπιστικών επιστημών. Η εξέλιξη της κοινωνίας, πολιτιστικά και οικονομικά και τεχνολογικά, ξεκινάει σε μεγάλο βαθμό εντός των πανεπιστημίων, οπότε όταν επενδύουμε στα πανεπιστήμια επενδύουμε στο μέλλον. Αυτό ασφαλώς ισχύει και όταν επενδύουμε στη διδασκαλία των νέων που θα πάρουν τη θέση τους στην κοινωνία. Οπότε μειώνουμε την επένδυση στα πανεπιστήμια με δικό μας κίνδυνο και νομίζω ότι υπάρχει ισχυρό επιχείρημα για υψηλό και συνεχόμενο επίπεδο κρατικής υποστήριξης στα πανεπιστήμια επειδή το κοινό όφελος είναι τόσο μεγάλο και επειδή ο ρόλος των πανεπιστημίων σε όλες τις κοινωνίες είναι τόσο σημαντικός. Και νομίζω ότι αρκεί κανείς να στρέψει το βλέμμα σε χώρες όπως η Κίνα, η Ινδία, οι Ηνωμένες Πολιτείες, όπου υπάρχουν συνεχώς επενδύσεις για την έρευνα, την ανώτατη εκπαίδευση, και αναγνώριση του σημαντικού ρόλου που θα παίξουν τα πανεπιστήμια στο μέλλον.

Από τη μία πλευρά υπάρχουν οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Βρετανία, που κινείται προς την κατεύθυνση των ΗΠΑ, και από την άλλη υπάρχει το ευρωπαϊκό σύστημα όπου το κράτος παρέχει το μεγαλύτερο ποσοστό χρηματοδότησης για τα πανεπιστήμια και η εκπαίδευση είναι δωρεάν. Νομίζετε ότι το ευρωπαϊκό σύστημα μπορεί να συνεχιστεί σε μακροπρόθεσμό ορίζοντα;

Δεν μπορώ να σχολιάσω το ευρωπαϊκό σύστημα. Κάθε κοινωνία παίρνει τις αποφάσεις της και κάνει τις επιλογές της. Η επιλογή που κάνει τώρα η βρετανική κυβέρνηση είναι σαφές ότι είναι να αυξήσει το ποσοστό των ιδιωτικών επενδύσεων στα πανεπιστήμια, επενδύσεις δηλαδή μέσω των διδάκτρων και, για εμάς στην Οξφόρδη, και μέσω της σημαντικής αύξησης της φιλανθρωπίας. Αν με ρωτάτε αν το τρέχον -όχι το προτεινόμενο- σύστημα είναι βιώσιμο για την Οξφόρδη, θα σας έλεγα όχι, δεν είναι βιώσιμο, χρειάζεται αλλαγή. Για εμένα η αλλαγή που προτάθηκε και που θα συζητηθεί στο κοινοβούλιο είναι ένα βήμα προς μία πιο βιώσιμη δομή. Αλλά είμαι πεπεισμένος ότι καθώς τελείται αυτή η αλλαγή πρέπει να υπάρξει μεγάλη έμφαση στο να είναι προσβάσιμα σε όλους τα πανεπιστήμια και επομένως να παρέχουμε υποτροφίες για φοιτητές που προέρχονται από χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα της κοινωνίας. Η πρόταση της κυβέρνησης για δάνεια που αποπληρώνονται μόνο όταν κανείς δουλεύει και ο μισθός του φτάσει σε κάποιο επίπεδο, είναι ευρηματική, σημαίνει ότι αυτοί που αποπληρώνουν είναι αυτοί που μπορούν να το κάνουν.

Θα εξέταζε ποτέ το πανεπιστήμιο της Οξφόρδης το ενδεχόμενο να ιδρύσει παραρτήματα στο εξωτερικό;

Είναι αστείο, μου κάνουν συχνά αυτή την ερώτηση. Συνήθως απαντώ ότι χρειάστηκαν 900 χρόνια για να οικοδομήσουμε ένα πανεπιστήμιο και φοβάμαι ότι θα μας χρειαστούν άλλα 900 για να οικοδομήσουμε και ένα δεύτερο. Ο προβληματισμός πίσω από αυτό το ερώτημα είναι πώς μπορούμε καλύτερα να αναπτύξουμε την παγκόσμια διάσταση και επιρροή του πανεπιστημίου της Οξφόρδης. Η Οξφόρδη είναι ασφαλώς ένας πολύ ξεχωριστός τόπος. Η φύση της πόλης, η φύση των 38 κολλεγίων που είναι τα κοσμήματα της Οξφόρδης και τα οποία ασφαλώς δεν μπορούν να δημιουργηθούν εκ νέου για παράδειγμα στην Ινδία, και βεβαίως η αφοσίωση στην αριστεία, όχι μόνο στην εκπαίδευση αλλά στο περιβάλλον, στη δομή των κολλεγίων, στις ευκαιρίες για συζήτηση και ανταλλαγή ιδεών ανάμεσα σε διαφορετικά τμήματα, όλα αυτά είναι πολύ σημαντικά στοιχεία του εκπαιδευτικού συστήματος της Οξφόρδης. Δεν νομίζω ότι μπορούμε να τα αναπαράγουμε όλα αυτά σε ένα διαφορετικό περιβάλλον, αλλά νομίζω ότι υπάρχουν πολλές ευκαιρίες για συνεργασίες. Πράγματι, αυτή τη στιγμή η Οξφόρδη έχει χιλιάδες επιστημονικές συνεργασίες ανά τον κόσμο, έχουμε ερευνητικά κέντρα στην Ταϊλάνδη, την Κένυα, το Βιετνάμ, την Κίνα, το πανεπιστήμιο επεκτείνεται στην έρευνα και όλο και περισσότερο στα διδακτικά της προγράμματα. Οπότε θεωρώ ότι ήδη έχουμε μία ισχυρή διεθνή διάσταση η οποία μπορεί να ενισχυθεί περαιτέρω και θα ενισχυθεί περαιτέρω. Αυτό όμως θα γίνει βραχυπρόθεσμα με την ανάπτυξη των συνεργασιών και όχι αναπαραγωγής για παράδειγμα του κολλεγίου St John's ή του Christ Church. Και πώς θα μπορούσαμε εξάλλου να αναπαράγουμε το ψιλόβροχο που είναι τόσο ζωτικό κομμάτι της Οξφόρδης; Αυτά είναι ζητήματα που συζητούμε και θα παίξουν σημαντικό ρόλο. Αλλά σε καμία περίπτωση το γεγονός ότι δεν βιαστήκαμε να εγκαταστήσουμε ένα παράρτημα στο εξωτερικό δεν σημαίνει ότι δεν είμαστε προσηλωμένοι στην ανάπτυξης διεθνούς επιρροής και διάστασης, που έχει εδώ και αιώνες η Οξφόρδη. Θα πρέπει να σας πω ότι η Οξφόρδη δέχτηκε τον πρώτο της ξένο φοιτητή το 1190, είναι λοιπόν ένα διεθνές πανεπιστήμιο εδώ και πολύ καιρό.