Οι αριθμοί μιλάνε από μόνοι τους. Ο μεγάλος χαμένος των εκλογών σε πανευρωπαϊκό επίπεδο είναι η κεντροαριστερά. Το θεώρημα ότι το πολιτικό κόστος της οικονομικής κρίσης το πληρώνουν τα κυβερνώντα κόμματα ανεξαρτήτως χρώματος, αυτήν τη φορά δεν επιβεβαιώθηκε. Στις πέντε μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες έχουμε εκ πρώτης όψεως αντιφατικά αποτελέσματα. Είναι αλήθεια ότι οι Εργατικοί, που κυβερνούν στη Βρετανία, και οι Σοσιαλιστές, που κυβερνούν στην Ισπανία, υπέστησαν βαρύτατη ήττα. Τα κυβερνώντα δεξιά κόμματα στη Γαλλία, τη Γερμανία και την Ιταλία, όμως, συγκράτησαν τις δυνάμεις τους ή είχαν μικρές απώλειες. Στις ίδες χώρες, οι σοσιαλιστές αντίπαλοί τους υπέστησαν εκλογική καθίζηση.
Οπως συμβαίνει πάντα, έτσι κι αυτήν τη φορά, οι εκλογικές συμπεριφορές διαμορφώθηκαν από πολλούς παράγοντες. Ειδικά στις σημερινές συνθήκες της κρίσης, η οικονομία έπαιξε πολύ σημαντικό ρόλο. Ούτε και σ’ αυτό το επίπεδο, όμως, η κεντροαριστερά είχε πολιτικό πλεονέκτημα. Η κρίση που πλήττει την καθημερινότητα των πολιτών είναι κρίση αυτού που σχηματικά ονομάστηκε παγκοσμιοποίηση.
Τα κεντροαριστερά κόμματα όχι μόνο την υιοθέτησαν, αλλά και συχνά έγιναν σημαιοφόροι της. Υπερασπίστηκαν ακόμα και φαινόμενα καζινοκαπιταλισμού. Αναφορικά δε με το πρόταγμα της σχετικά δίκαιης διανομής του πλούτου, αυτή έχει προ πολλού εκφυλισθεί σε μία φιλόπτωχη πρακτική. Με αυτήν την έννοια, η αριστερή προεκλογική ρητορική των Σοσιαλιστών ήχησε περισσότερο σαν φθηνή δημαγωγία και λιγότερο σαν ειλικρινής πολιτική πρόθεση.
Εάν στην οικονομία η κεντροαριστερά δεν έχει πλεονέκτημα, σε άλλα κρίσιμα θέματα έχει με δική της ευθύνη περιέλθει σε μειονεκτική θέση.
Για την ακρίβεια, έχει σε μεγάλο βαθμό αφήσει στα χέρια της δεξιάς την υπεράσπιση της εθνικής ταυτότητας, τη λήψη μέτρων εναντίον της παράνομης μετανάστευσης και την καταπολέμηση της εγκληματικότητας.
Ολα τα ανωτέρω, όμως, δεν είναι θέματα με δεξιό πρόσημο. Απασχολούν και επηρεάζουν την καθημερινότητα των πολιτών και ειδικά των λαϊκών στρωμάτων, τα οποία πληρώνουν πολύ μεγαλύτερο κόστος απ’ όσο τα εύπορα στρώματα. Η εκδήλωση της κρίσης παρόξυνε και διέχυσε την κοινωνική ανασφάλεια, με αποτέλεσμα αυτού του είδους τα προβλήματα να αποκτήσουν ζωτική πολιτική σημασία.
Υιοθετώντας τα μεταμοντέρνα ιδεολογήματα για τα ζητήματα εθνικής ταυτότητας και δημόσιας ασφάλειας, η κεντροαριστερά κατέστη ανίκανη να προτείνει ρεαλιστικές και αποτελεσματικές λύσεις.
Το γεγονός αυτό την αποξένωσε ακόμα και από λαϊκά στρώματα, που αποτελούσαν παραδοσιακή εκλογική βάση της. Αυτού του είδους η πολιτική αφασία κατ’ αντιδιαστολή προσέδωσε χαρακτήρα πολιτικής στιβαρότητας στις δεξιές κυβερνήσεις και βεβαίως επέτρεψε στη σαφή ακροδεξιά ρητορική να κερδίσει έδαφος, όπως έδειξαν και οι ευρωκάλπες.
Οπως συμβαίνει πάντα, έτσι κι αυτήν τη φορά, οι εκλογικές συμπεριφορές διαμορφώθηκαν από πολλούς παράγοντες. Ειδικά στις σημερινές συνθήκες της κρίσης, η οικονομία έπαιξε πολύ σημαντικό ρόλο. Ούτε και σ’ αυτό το επίπεδο, όμως, η κεντροαριστερά είχε πολιτικό πλεονέκτημα. Η κρίση που πλήττει την καθημερινότητα των πολιτών είναι κρίση αυτού που σχηματικά ονομάστηκε παγκοσμιοποίηση.
Τα κεντροαριστερά κόμματα όχι μόνο την υιοθέτησαν, αλλά και συχνά έγιναν σημαιοφόροι της. Υπερασπίστηκαν ακόμα και φαινόμενα καζινοκαπιταλισμού. Αναφορικά δε με το πρόταγμα της σχετικά δίκαιης διανομής του πλούτου, αυτή έχει προ πολλού εκφυλισθεί σε μία φιλόπτωχη πρακτική. Με αυτήν την έννοια, η αριστερή προεκλογική ρητορική των Σοσιαλιστών ήχησε περισσότερο σαν φθηνή δημαγωγία και λιγότερο σαν ειλικρινής πολιτική πρόθεση.
Εάν στην οικονομία η κεντροαριστερά δεν έχει πλεονέκτημα, σε άλλα κρίσιμα θέματα έχει με δική της ευθύνη περιέλθει σε μειονεκτική θέση.
Για την ακρίβεια, έχει σε μεγάλο βαθμό αφήσει στα χέρια της δεξιάς την υπεράσπιση της εθνικής ταυτότητας, τη λήψη μέτρων εναντίον της παράνομης μετανάστευσης και την καταπολέμηση της εγκληματικότητας.
Ολα τα ανωτέρω, όμως, δεν είναι θέματα με δεξιό πρόσημο. Απασχολούν και επηρεάζουν την καθημερινότητα των πολιτών και ειδικά των λαϊκών στρωμάτων, τα οποία πληρώνουν πολύ μεγαλύτερο κόστος απ’ όσο τα εύπορα στρώματα. Η εκδήλωση της κρίσης παρόξυνε και διέχυσε την κοινωνική ανασφάλεια, με αποτέλεσμα αυτού του είδους τα προβλήματα να αποκτήσουν ζωτική πολιτική σημασία.
Υιοθετώντας τα μεταμοντέρνα ιδεολογήματα για τα ζητήματα εθνικής ταυτότητας και δημόσιας ασφάλειας, η κεντροαριστερά κατέστη ανίκανη να προτείνει ρεαλιστικές και αποτελεσματικές λύσεις.
Το γεγονός αυτό την αποξένωσε ακόμα και από λαϊκά στρώματα, που αποτελούσαν παραδοσιακή εκλογική βάση της. Αυτού του είδους η πολιτική αφασία κατ’ αντιδιαστολή προσέδωσε χαρακτήρα πολιτικής στιβαρότητας στις δεξιές κυβερνήσεις και βεβαίως επέτρεψε στη σαφή ακροδεξιά ρητορική να κερδίσει έδαφος, όπως έδειξαν και οι ευρωκάλπες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου